Η περίπτωση μιας αγοραπωλησίας. Το κτήμα των Άνω και Κάτω Τραχώνων.
Tα προηγούμενα κεφάλαια ανέδειξαν τις κεντρικές εξελίξεις στα διάφορα ζητήματα που ανέκυπταν κάθε φορά. Κατ ανάγκη ήταν εργασία περιγραφής του γενικού πλαισίου. Ίσως ακόμη να ήταν και μόνο η παράθεση και επεξήγηση επιστολογραφίας της εποχής εκείνης .Είναι ένα πλαίσιο στο οποίο δεν φαίνονται οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτό παρά μόνο μερικά κύρια πρόσωπα και η επιτροπή των Αθηνών. Αν δεν υπήρχε η δυνατότητα να ανιχνευθεί η ιστορία της αγοραπωλησίας ενός κτήματος, οι άνθρωποι που πήραν μέρος σε αυτή, οι τρόποι που μετήλθαν, και μάλιστα ενός μεγάλου κτήματος, τότε το πιο πάνω πλαίσιο θα έμενε ένα πλαίσιο.
Το τοπωνύμιο Τράχωνες σώζεται στην σημερινή Αττική στην Αργυρούπολη των Αθηνών, κοντά στις εγκαταστάσεις των εφημερίδων Απογευματινή και Ελεύθερος Τύπος. Στην ίδια ακριβώς περιοχή το διασώζει και ο από 1881 χάρτης του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του J. Kaupert.
Στην ίδια θέση θα πρέπει να ευρίσκετο και το χωριό Τράχωνες που αναφέρει ο Α. Φιλαδελφεύς αναφέροντας το ποσό των εμβατικιών που πλήρωναν στους ιερείς κατά το 1820 οι κάτοικοι των χωριών της Αττικής.
Παρ ότι το τοπωνύμιο σώζεται πάντα στην ίδια περιοχή της σημερινής Αργυρουπόλεως στα όρια αυτού του τσιφλικιού ευρέθη αργότερα να περιλαμβάνεται και όλη η σημερινή πόλη της Γλυφάδας συμπεριλαμβανομένων και των βουνών που την περιβάλλουν. Δηλαδή η αγορά των Άνω και Κάτω Τραχώνων από τους Οθωμανούς ιδιοκτήτες είναι ο τίτλος με τον οποίο επωλήθη εκτός της Αργυρουπόλεως, μέρος του Ελληνικού και ολόκληρη η πόλη της Γλυφάδας.
Στους μεν Κάτω Τράχωνες που προσδιορίζεται προς το βόρειο μέρος του όλου κτήματος προς το Μπραχάμι και ανατολικά προς τον τότε Καρρα (νυν Ηλιούπολη) ιδιοκτήτης μας παραδίδεται ότι ήτο κατά την τουρκοκρατία ο Μουφτής των Αθηνών Χαμζά. Τον Μουφτή αυτόν συναντάμε σε διάφορα έγγραφα της Μονής Πετρακη που έχει δημοσιεύσει ο Δ. Καμπούρογλου στα μνημεία των Αθηνών το 1890-1892, στην ιστορία των Αθηνών του Μπενιζέλου από το 1770-1800 , και φυσικά τους κληρονόμους του και το όνομα του πολλές φορές στα αρχεία και διάφορα έγγραφα της Ελληνικής Επιτροπής του 1831 των Αθηνών. Ητο μεγάλος την ηλικία κατά την επανάσταση, αυτός που πρότεινε σκληρά αντίποινα κατά των Αθηναίων το 1822 όταν επανεστάτηασν, και απέθανε στο κάστρο δεν γνωρίζουμε πώς. Από τα χοτζέτια πωλήσεως του κτήματος του αλλά και άλλων κτημάτων του μας δίδεται η πληροφορία πως είχε τρεις υιούς ζώντας. Τον Αλί, τον Μεχιουδίν και τον Ουκιασέ. Ουδείς εξ αυτών ενεφανίσθη στην Αθήνα για να πωλήσει τις πατρικές ιδιοκτησίες αλλά ενεφανίσθη ο πληρεξούσιος τους Χουσείν υιός του Σουλειμάνη με επιτροπικό/πληρεξούσιο καμωμένο στην Προύσσα. Επειδή τα πληρεξούσια των Τούρκων αυτής της περιόδου δεν είναι αξιόπιστα , αφού εγένοντο από ζωντανούς και πεθαμένους ώστε να πωλήσουν τα κτήματα τους, δίδω μεγαλύτερη πίστη στην μαρτυρία των κατοίκων των χωριών της Αττικής που τον εμφανίζουν να είχε δύο υιούς και μία θυγατέρα. Ο ζών υιός του είναι σίγουρα ο Μεχιουδίν.
Ο Χαμζά Μουφτής λοιπόν θρησκευτικός ηγέτης των Τούρκων της Αθήνας ήταν μουτεβελής , ήτοι προϊστάμενος της διαχειρίσεως των αφιερωμάτων (βακουφίων), στο Τζαμί της Κολώνας. Είχε και ιδιόκτητα κτήματα στην Αττική αλλά και κτήματα αγορασμένα για λογαριασμό του Τζαμιού (ήτοι θρησκευτικά αφιερώματα ). Ητο από τους μεγάλους τούρκους κτηματίες της Αττικής όπως φαίνεται από τις πωλήσεις που έκαναν οι κληρονόμοι του στην Αθήνα. Την εγγονή του Χαμζά Νοφιζέ κόρη του υιού του Μουχεδίν είχε αιχμαλωτίσει κατά την διάρκεια της καταλήψεως των Αθηνών ο Κώστας Λαγουμιτζής, πιθανώς ο αυτός υπό του Μακρυγιάννη αναφερόμενος, την είχε πάει στην Ναύπακτο μετά την κατάληψη των Αθηνών από τους Τούρκους και αφού την είχε βαφτίσει χριστιανή την παντρεύτηκε όπως μαθαίνουμε από συμβόλαιο του 1836 του Συμβολαιογράφου Αθηνών Κ. Κοκκίδη. Το πόσο ισχυρή θέση κατείχε ο υιός του Μουχεδδίν μπορούμε να διαπιστώσουμε από γράμμα του ιδίου του ρώσου Πρέσβη στην Κων/πολη προς τον Καποδίστρια, που στις 19/9/1830 η Επιτροπή των Αθηνών αποστέλλει προς τον Κυβερνήτη, παραδοθέν εις αυτήν υπό του ιδίου του Ισμαήλ Μπέη, με το οποίο ζητείται να αποδοθεί αύτη στους γονείς της. Βέβαια ο Λαγουμιτζής δεν ήταν δυνατό να την αφήσει αφού συν τοις άλλοις περίμενε και γερό μερίδιο από τις πωλήσεις των ιδιοκτησιών του πατέρα της στην Αθήνα.
Στούς Άνω Τράχωνες που είναι στο νοτιότερο μέρος των Τραχώνων προς την Γλυφάδα ιδιοκτήτης ήτο ο Χουσείν αγάς ο επιλεγόμενος Μουσταφά Μπέης. Και αυτός απέθανε στο Κάστρο κατά την διάρκεια της Επαναστάσεως. Ητο κτηματίας της Αττικής όχι όμως απο τους μεγαλύτερους όσο τουλάχιστον μπορούμε να διαπιστώσουμε απο τα διαθέσιμα στοιχεία. Από πωλητήριο της εποχής μαθαίνουμε ότι και στην πόλη της Αθήνας είχε οικία συνορεύουσα με την οικία του Χαμζα - Μουφτή, ήτοι εκτός από γείτονες στους Άνω και Κάτω Τράχωνες ήσαν και γείτονες στην Αθήνα. Αυτό βέβαια υπονοεί στενή φιλία ή κάποια συγγένεια.
Η οικογενειακή του κατάσταση αμφισβητειται. Στα μεν χοτζέτια του Ισμαήλ Μπέη εμφανίζεται να έχει ενα υιό και τρεις θυγατέρες, τον Ισμαήλ και τίς Φετιμέ, Σεριφέ και Χαφιζέ όπου χαρακτηριστικά το όνομα του Ισμαήλ έχει τοποθετηθεί τελευταίο και μετά η φράσις όπως εξηκριβώθη κατόπιν καταγγελίας. Με την ιδια οικογενειακή μαρτυρείται και απο τους μάρτυρες κατά την εξέταση των χοτζετίων. Τις δύο θυγατέρες του τις είχε παντρέψει με τους δυο γιού του Γκανα άλλου Τούρκου κτηματία της Αθήνας που μπορεί να καταταγεί από άποψη γαιοκτησίας στους κτηματίες μέν αλλά όχι στους πολύ μεγάλους των Αθηνών, όπως ο Χατζη Ταταρ-Αχμέτ, ο Μελέκ Εφεντης και ο Κιαμήλ Μπεης. Ειναι σημαντικό εδώ να αναφερθεί ότι απο τις μαρτυρίες των χωρικών της Αττικής, που δεν εδώθησαν επί σκοπώ αμέσου εξετάσεως των χοτζετίων αλλά ως γενικές πληροφορίες στην Ελληνική εξεταστική επιτροπή ο Μουσταφάμπεης μαρτυρείται με τέσσερις θυγατέρες και χωρίς γυιό. Αν συσχετίσουμε την φανερή μεροληψία των καταθέσεων των μαρτύρων κατά την εξέταση του χοτζετίου του Ισμαήλ Μπέη, με την οθωμανική νομοθεσία που περιόριζε το δικαίωμα κληρονομίας στις λεγόμενες «Εραζί Μηριγιε» ήτοι στις δημόσιες γαίες που παρεχωρούντο μόνον προς εξουσίαση, στους άρρενες κληρονόμους, δεν είναι καθόλου απίθανο ο λεγόμενος Ισμαήλ ο υιός του Μουσταφάμπεη να ήτο εφεύρημα της στιγμής και της ανάγκης τότε.
Αν κρίνουμε από τις πωλήσεις που έκαναν οι κληρονόμοι των δύο αυτών τούρκων στην Αθήνα αλλά και από την συγγένεια του Μουφτή με τον Χατζη-Ταταρ Αχμέτ (ο υιός του Μουφτή Αλί είχε νυμφευθεί θυγατέρα του Χατζη Τατάρ-Αχμέτ) μπορούμε να συνάγουμε το ασφαλές συμπέρασμα ότι ο Μουφτής ήτο μεγαλύτερος γαιοκτήμων από τον Μουσταφάμπεη.
Σύμφωνα με τα χοτζετια που έχουμε στην διάθεση μας πρώτος Έλλην αγοραστής και των δύο αυτών ομού κτημάτων φέρεται ο Λουκάς Πύρρος από τα Σάλωνα. Σε αξιόπιστο όμως και διασταυρούμενο κατάστιχο της Ελληνικής Επιτροπής του 1831 πρώτος αγοραστής των Άνω Τραχωνων φέρεται ο Γεώργιος Μωραίτης, ο υιός του Αποστόλη , ή άλλως ο Γεώργιος Αποστολόπουλος. Στο όνομα του όμως δεν υπάρχει χοτζέτι. Η λοιπόν δεν είχε εκδοθεί χοτζέτι στο όνομα του και παρητηθη της αγοράς του κτήματος αυτού προ της εκδόσεως του οριστικού Χοτζετίου οπότε και έλαβε το οριστικό χοτζέτι ο Λουκάς Πύρρος ή άλλως πως το μεταπώλησε στον Λ. Πύρρο ο οποίος εν πάση περιπτώσει φέρεται ο πρώτος επίσημος Έλλην αγοραστής των Άνω και Κάτω Τραχώνων.
Ο Λουκάς Πύρρος προέρχεται από τα Σάλωνα. Είναι από τους Έλληνες αγοραστές που ανέπτυξαν ζωηρότατη και πλούσια δράση στην Αθήνα εκείνη την εποχή. Αγόρασε το πιο ακριβό σπίτια της Αθήνας, αγόρασε τα πιο πάνω τσιφλίκια αλλά κυρίως στράφηκε στην αγορά αλευρόμυλων και ελαιόμυλων στην Αθήνα. Δαπάνησε σε αγορές περί τις 80.000 γρόσια και μετά από τους μεγάλους Έλληνες και ξένους αγοραστές θεωρείται από τους πλέον πλούσιους κτηματίες των Αθηνών. Είναι από τις χαρακτηριστικότερες στιγμές της όλης εκείνης περιόδου η περιγραφή που κάνει ο Λ. Τσαμαδός του τρόπου με τον οποίο ο Λουκάς Πύρρος τον εξηπάτησε και κατάφερε να αγοράσει αυτός από τους Τούρκους ένα μύλο που ήδη είχε συμφωνήσει να αγοράσει ο Τσαμαδός. Δεν μας είναι γνωστή η μέχρι τότε δράση του και από που ήλθε στην Αθήνα (πιθανώς από τα Σάλωνα) πάντως ήλθε με πολλά χρήματα και τελικά εγκατεστάθη μονίμως στην Αθήνα όπου ασχολήθηκε με τα κτηματικά, με εμπορικές πράξεις και με την αξιοποίηση των μύλων του. Τα τσιφλίκια τα αγόρασε αντί ποσού 7.200 τον Κάτω τράχωνα και αντί πόσού 19.000 τον Επάνω τράχωνα . Κατά πάσα πιθανότητα εμέτρησε και αυτός την 1η του μηνός Σααμπάν του Οθωμανικού ημερολογίου ήτοι κατά το τέλος Δεκεμβρίου 1830-αρχές Ιανουαρίου 1831, τουλάχιστον το μέγα μέρος του πιο πάνω ποσού ενώπιον του Ισμαήλ Μπεη ο οποίος βέβαια δεν θα παρέλειψε να λάβει από τους Τούρκους πωλητές το νόμιμο μικρό δικαίωμα του του 30% Στις 26/1/1831 όμως ο Λουκάς Πύρρος μεταπώλησε τα πιο πάνω τσιφλίκια στον Κωνσταντίνο Ζωγράφο που ενεργούσε και στην περίπτωση αυτή για λογαριασμό του Α. Λουριώτη. Στο αρχείο Λουριώτη ο ίδιος ο Λουριώτης έχει καταγράψει το ποσό των 29.520 γροσσίων για την αγορά τους. Η διαφορά των 3.220 γροσσίων πρέπει να είναι το κέρδος που έκανε ο Λ. Πύρρος από την μεταπώληση των Άνω και Κάτω Τραχώνων. Σύμφωνα με το χοτζέτι του Χατζή Ισμαήλ Μπέη ο Λ. Πύρρος είχε αγοράσει τα κτήματα αυτά την 1η του μηνός Σαμπάν του Οθωμανικού ημερολογίου, δηλαδή περί το τέλος Δεκεμβρίου 1830 - αρχές Ιανουαρίου 1831. Το τόσο σύντομο χρονικό διάστημα για το οποίο κράτησε αυτήν την ιδιοκτησία για λογαριασμό του δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από το κέρδος των 3.200 γροσσίων. Η εμπλοκή με την παράδοση της Αθήνας στους Έλληνες, η άπρακτη αναχώρηση του Ι. Καποδίστρια από την Σαλαμίνα στις 22 Ιανουαρίου 1830, όπως και η σχηματιζόμενη βεβαιότητα για την αρνητική στάση της Ελληνικής Κυβερνήσεως ως προς την επικύρωση των τίτλων των μεγάλων κτημάτων της Αττικής, πρέπει να έπαιξαν τον ρόλο τους στην απόφαση του Λ. Πύρρου για την τόσο σύντομη μεταπώληση των Άνω και Κάτω Τραχώνων.
Ο Κ. Ζωγράφος όμως δεν συνεκινήθη από όλες τις πιο πάνω δυσκολίες και προχώρησε σε αυτήν αγορά με την σύμφωνη βέβαια γνώμη του Α Λουριώτη. Δεν πρέπει να είναι άσχετη με αυτή τους την απόφαση η θέση τους στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας εκείνη την εποχή, που ασφαλώς τους επέτρεπε, να λαβαίνουν υπόψη κατά τον σχηματισμό των αποφάσεων τους πληροφορίες που οι αγοραστές σαν τον Λουκά Πύρρο δεν είχαν. Ο Πύρρος λοιπόν δεν έμεινε ιδιοκτήτης στους Τράχωνες ούτε για ένα πλήρη μήνα. Ο πρώτος λοιπόν μόνιμος κάτοχος των Τραχώνων ήταν ο Ανδρέας Λουριωτης δια του εκπροσώπου του και πληρεξουσίου του στην Αθήνα προς τον σκοπό της αγοράς Τουρκικών κτημάτων Κωνσταντίνου Ζωγράφου.
Ο Ανδρέας Λουριώτης είναι ο γνωστός Έλλην πολιτικός με τον μοιραίο ρόλο στον αγώνα του 1821. Κατήγετο από την Άρτα και εσπούδασε στα Γιάννενα. Ήταν ο αυτός που μαζί με τον Ιωάννη Ορλάνδο διεπραγματεύθη με τόσο καταστροφικό για την Ελλάδα τρόπο τα δάνεια του αγώνα στο Λονδίνο το 1824-1826.Ανθρωπος με μεγάλες πολιτικές εμπειρίες και πολιτικές διασυνδέσεις. Κατηγορήθηκε σφοδρά για την διαχείριση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τα πιο πάνω δάνεια. Κοινή ήταν η γνώμη εκείνη την εποχή ότι είχε ωφεληθεί προσωπικά και για μεγάλα ποσά από αυτά τα δάνεια. Προς τούτο μάλιστα κατεδικάσθη από το Ελεγκτικό Συνέδριο το 1835 για την καταβολή στο Ελληνικό Δημόσιο του μυθώδους ποσού για εκείνη την εποχή των 835.000. Το ποσό αυτό ουδέποτε κατέβαλλε στο Ελληνικό δημόσιο, ούτε καν μέρος του, και αντ αυτού ηγόραζε και πωλούσε ανέτως στην Αθήνα την σημαντική περιουσία που στο μεταξύ είχε αποκτήσει. Εκείνη την εποχή ήτο 42 ετών και δεν είχε παντρευτεί ακόμη, πράγμα που έκανε το 1835 νυμφευόμενος την αδελφή του Θ. Κομνηνού, Λουτσίκα, κόρη του Χατζη Κομνηνού /Κάλφα.
Ο Κων/νος Ζωγράφος, ο πληρεξούσιος του Α. Λουριώτη , που τον είδαμε και στα προηγούμενα κεφάλαια, κατηγετο από τα Καλάβρυτα. Γεννημένος το 1796 είχε σπουδάσει γιατρός και είχε διακριθεί σαν πολιτικός στις Εθνοσυνελεύσεις του Αργους του 1827 και μετέπειτα σαν βουλευτής Καλαβρύτων. Αργότερα μετά την εποχή αυτή, όχι πολύ αργότερα όμως, ανήλθε πολιτικά και οικονομικά , ενυμφευθη την κόρη του πάμπλουτου Μ. Σούτσου το 1835, υπήρξε ο πρώτος Έλληνας πρεσβευτής στην Κων/πολη το 1834, Υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργεύων γύρω στα 1838 ,πρεσβευτής της Ελλάδος στην Πετρούπολη μετά τα 1845 και μέχρι τον θάνατο του. Χωρίς οικογένεια και αυτός το 1830. Και χωρίς κρατική θέση, αφού ήταν αντίθετος με τον Ι. Καποδίστρια, με μόνη την ιατρική του και τις πολλές γνωριμίες του με ισχυρούς εκείνους της εποχής επελέχθη απο τον Α. Λουριώτη για να τον εκπροσωπήσει στις αγορές των Αθηνών αφού ο ίδιος ο Λουριώτης έπρεπε να βρίσκεται στο Λιβόρνο. Στην αγορά των Τραχώνων ο Ζωγράφος δεν έφθασε αμέσως. Πρωτοήλθε στην Αττική με τον σκοπό αγοράς κτημάτων για λογαριασμό του Λουριώτη αλλά και ιδικό του, τον Σεπτέμβριο του 1830. Από σημαντικότατη επιστολή του -ποταμό προς τον Α. Λουριώτη εξ Αιγίνης την 5/17 Νοεμβρίου 1830 μας δίδει σημαντικότατες πληροφορίες για το κλίμα εκείνης της εποχής. Κρίνει την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, με προσεκτικό τρόπο όμως, γιατί προφανώς φοβάται μην τυχόν πέσει το γράμμα στα χέρια της αστυνομίας της εποχής. Θεωρεί την θέση του Καποδίστρια ενισχυμένη μετά την παραίτηση του Λεοπόλδου. Πληροφορεί τον Α. Λαυριώτη για τις τιμές των κτημάτων στην Αττική θεωρώντας τες όχι και τόσον χαμηλές σύμφωνα με τις περιστάσεις (άραγε πόσο χαμηλές τις ήθελε ο Ζωγράφος;) ένα γρόσι το στρέμμα μας παραδίδει ο Μακρυγιάννης ότι πωλήθηκε η γη της Αττικής από τους Τούρκους.
Τον ενημερώνει για το ότι επέλεξε την Αττική για την αγορά μεγάλων κτημάτων,
Α) γιατί θα είναι η καθέδρα του νέου κράτους, κατά πάσα πιθανότητα,
Β) γιατί με ασφάλεια θα περιληφθεί στα σύνορα του νέου Κράτους ενώ τούτο δεν το θεωρεί 100% δεδομένο για την Εύβοια και την Θήβα,
Δ) για το καλό κλίμα της Αττικής ,
Ε) γιατί θέλει να συνδυάσει την ευχαρίστηση από την διαμονή με τον προσπορισμό των εισοδημάτων και
ΣΤ) γιατί απέρριπτε τα πλούσια κτήματα των Θηβών ως εντελώς ακατάλληλα για κατοικία και επισφαλή ως προς τα αν θα επιτραπεί στους Τούρκους τελικώς για να τα πωλήσουν.
Τον ειδοποιεί για το ότι χάρις στον φίλο του ηγούμενο της Καισαριανής Ιωσήφ Ταμπακόπουλο και τη βοήθεια του προξένου της Αυστρίας Γροπίου και του Ι.Βλάχου ήδη αγόρασε το κτήμα των Σταμάτων για 30.500 γρόσσια, εξηγεί την δυσκολία για να έχει περισσότερα χρήματα ώστε να επιλέξει άλλα ή και καλύτερα κτήματα, ομιλεί περί των προθέσεων του Φίνλεϊ για την αγορά κτημάτων στην Αττική και μάλιστα δίπλα στη Σταμάτα, και ανησυχεί για την κάθοδο του Περρούκα στην Πελοπόννησο (πρόκειται για την κατά το τέλος Οκτωβρίου 1830 μετάβαση του Περρούκα στο Ναύπλιο) και κυρίως περί του ενδεχομένου να μην επικυρωθούν οι πωλήσεις από την κυβέρνηση και μάλιστα των μεγάλων κτημάτων.
Ζητεί δε την γνώμη του Λουριώτη για το αν θα πρέπει να προχωρήσει σε άλλες αγορές δεδομένης αυτής της αμφιβολίας. Λόγω του επερχόμενου χειμώνα ,της ελλείψεως σπιτιών στην κατεστραμμένη και τουρκοκρατούμενη Αθήνα ο Ζωγράφος ήδη διαμένει στην Αίγινα. Μετά από αυτήν την σημαντική επιστολή δύο άλλες σπουδαιότατες επιστολές του ίδιου του Α. Λουριώτη φωτίζουν πλήρως την σχέση Λουριώτη - Ζωγράφου. Επιτακτικός ο Λουριώτης ως κύριος προς υπηρέτη απευθυνόμενος στον Ζωγράφο σε επιστολή του των αρχών Δεκεμβρίου 1831 τον επιπλήττει δριμύτατα για το ότι δεν έμεινε στην Αθήνα και έφυγε στην Αιγινα.. «Όσο βλέπει το ένα μάτι του νοικοκύρη δεν βλέπουν τα τέσσερα του ξένου». Τον διατάσσει να επιστρέψει αμέσως στην Αθήνα και τον καθησυχάζει για την στάση Περρούκα λέγοντας ότι ο Καποδιστριας δεν έχει άλλη επιλογή από την αναγνώριση της νομιμότητας των πωλήσεων. Αφού ο Ζωγράφος επέστρεψε πράγματι στην Αθήνα στις αρχές Ιανουαρίου 1831 ή στα μέσα Δεκεμβρίου 1830, αμέσως προέβη σε αγορά οικοπέδων και σε καλή τιμή κοντά στην πόλη των Αθηνών και πληροφορεί τον Λουριώτη ότι διαπραγματεύεται και την αγορά άλλων κτημάτων εννοώντας προφανώς και τους Τράχωνες. Ο Λουριώτης του γράφει στο τέλος Ιανουαρίου σχεδόν αναφωνώντας μέσα από την επιστολή του «Εύγε σου Ζωγράφο μου. Όταν κανείς καλά σε επιβραβεύω, δεν είχα δίκιο που σούλεγα να πάς στην Αθήνα; Είδες τι ωραία κτήματα αγόρασες και μάλιστα σε υπέροχη τιμή ...»
Περαιτέρω η αλληλογραφία Λαυριώτη - Ζωγράφου, όπως και η επιστολή του Ζωγράφου που σε απάντηση της έχει γίνει το γράμμα του Λουριώτη του τέλους Ιανουαρίου 1831, ελλείπει. Ετσι για το κτήμα των Τραχώνων γνωρίζουμε οτι ο Ζωγράφος το διεπραγματεύετο μεταξυ άλλων κτημάτων ήδη στις αρχές Ιανουαρίου 183. Τότε πού η αμφισβήτηση για την επικύρωση ή μη των χοτζετίων των μεγάλων κτημάτων ήταν σε ημερήσια διάταξη. Μάλιστα η κυριολεκτική έφοδος του προς το γραφείο του Δ. Περρούκα που ο τελευταίος περιγράφει στην από 29/1/1831 επιστολή του προς τον Κυβερνήτη, πρέπει να έχει γίνει την επόμενη ή μεθεπόμενη ημέρα της αγοράς του κτήματος των Τραχώνων που συνέβη στις 26/1/1831.
Ο Ζωγράφος έχει πλέον διπλό λόγο να είναι λαύρος κατά του Δ. Περρούκα και κατά της Κυβερνήσεως. Δεν ειναι μόνο το πωλητήριο της Σταμάτας για το οποίο διαμαρτύρεται , τώρα έχουν προστεθεί και οι Άνω και Κάτω Τράχωνες. Το ότι οι αγοραστές ιδίως των μεγάλων κτημάτων της Αττικής δεν είχαν άλλο στην σκέψη τους απο το πώς να μεγαλώσουν όσο περισσότερο μπορούν τις όσες περισσότερες ιδιοκτησίες μπορέσουν να αγοράσουν (στις εξευτελιστικές τιμές που τα αγόραζαν) δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία.
Ήδη απο την αλληλογραφία της Επιτροπής των Αθηνών έχουμε την πληροφορία ότι ο Γεώργιος Λεβέντης αγόραζε γή απο τους Τούρκους στην Ελευσίνα όπου αυτοί δεν είχαν δικαιωμα να πωλήσουν ως κατεχόμενη απο τους Ελληνες (από τον αρχηγό Ι. Ράγκο).
Τα διαθέσιμα στοιχεία που μας επιτρέπουν να αποκαταστήσουμε στοιχειωδώς την τοπογραφία του κτήματος των Άνω Τραχώνων το 1830-1831 είναι τα εξής. -α/ Το χοτζέτι του Ισμαήλ Μπέη με βάση το οποίο επωλήθη το τσιφλίκι στον Λουκά Πύρρο της 1ης Σαμπαν
1830.- β/ οι μαρτυρίες ενώπιον της ελληνικής επιτροπής στις 27 Ιουλίου 1831.- Και τα δύο πιό πάνω στοιχεία έχουν άμεση σχέση με την αγοραπωλησία του κτήματος.- Ακόμη μας είναι διαθέσιμα τα εξής στοιχεία.- γ/ Πρακτικό οροθεσίας της 4 Απριλίου 1824 περί
των ορίων της Βάρης και των Τραχώνων.- δ/ Συμβόλαια του Κ.
Κοκκίδη που αφορούν εκμισθώσεις βοσκής της Πυρναρής και άλλες
σχέσεις του Α. Λουριώτη με κολίγους της Πυρναρής και των
Τραχώνων .- ε/ Τα υπ αριθμ. 11353/1840 , 50/1846 και 750/1846
συμβόλαια Συμβολαιογράφου Αθηνών Κ.Κοκκίδη που αφορούν στην
περιγραφή των ορίων των κτημάτων Άνω και Κάτω Τραχώνων ομού από
τον ίδιο τον Α. Λουριώτη.- Στο χοτζέτι η όλη αγοραπωλησία
περιγράφεται ως εξής. -Οι κληρονόμοι του Χασάν αγά ( δηλ του
Χουσείν ) δηλώνουν ότι είναι κύριοι εκτάσεως γης στη θέση Άνω
Τράχωνες στην επαρχία Αθηνών που ορίζεται εκατέρωθεν / υπό του
τσιφλικιού Πετράκη, του τσιφλικίου Χασανλάρ, του τσιφλικιού
Μουφτή Εφέντη και της θαλάσσης/.- Τας δε εντός της ως άνω
εκτάσεως τέσσερις ερειπωμένες αγροικίες, ενα ερειπωμένο πύργο,
διάφορα δένδρα οπωροφόρα και άκαρπα, και εντός της ως άνω
εκτάσεως και εις θέσιν Πουρνάρ τέσσερις αγροικίες, μιά μάνδρα
και δέκα έξη αλωνότοπους με τα παραρτήματα και τα είς αυτούς
υπαγόμενα περίγυρα , πώλησαν αντί ποσού 4.000 γροσσίων στον
Λουκά Πύρρο και αυτός τα πιό πάνω τα έλαβε στην κυριότητα, νομή
και κατοχή του.- Μετά την πιό πάνω περιγραφή αρχίζει άλλη
περιγραφή.- Ωσαύτως πωλήσαμε, δηλώνουν οι ίδιοι κληρονόμοι,
αντί τιμήματος 15.000 γροσσίων την εντός της πιό πάνω εκτάσεως
υπάρχουσα γή εκτάσεως αροτριοσήμου οκτώ ζευγών βοών, μετά των
χειμερινών και θερινών βοσκοτόπων, αποδεχθέντες την μεταβίβασιν
στον ίδιο( Λουκά Πύρρο) της κατοχής και νομής της πιό πάνω
εκτάσεως.- Για να μπορέσει να αξιολογηθεί κάπως η πιό πάνω
περιγραφή έίναι αναγκαίο να συσχετισθεί με τις μαρτυρίες της 27
Ιουλίου 1831 .- Κατέθεσαν λοιπόν οι μάρτυρες.- Ο επάνω τράχωνας
ότι συνορεύει με το Χασανλάρ, από το άλλο με του Πετράκη το μετόχι, απο το άλλο με τα βουνά των κουρσαλάδων όσον τρέχουν τα νερά απο το μέρος των Τραχώνων , με το τσιφλίκι του Καρρά και με την θάλασσα .- Αυτά για τα σύνορα των Ανω Τραχώνων .-
Για την έκταση κατέθεσαν τα εξής ενδιαφέροντα / Ο επάνω τράχωνας είναι εκτάσεως τεσσάρων ζευγαριών και άλλα τέσσερα ζευγάρια ευρίσκονται στην Μπερναρή.- Ακόμη ότι έχει βουνά , το Μαυροβούνι, και τα κόκκινα βράχια.- Εδώ πρέπει να προστεθεί ότι οι
ίδιοι μάρτυρες στην κατάθεση για το κτήμα των Κάτω Τραχώνων είπαν ότι ο Επάνω Τράχωνας είχε ένα μερίδιο σε αλυκή , όπου ο Πετράκης είχε τα άλλα δύο μερίδια, αλλά ότι αυτό /δηλ. το μερίδιο της αλυκής/ δεν επωλήθη.- Ακόμη ότι κατέθεσαν και γραπτή λεπτομερειακή περιγραφή των ορίων του κτήματος (εξώφυλλο ).-
Τα συμπεράσματα πού μπορούν να εξαχθούν από τα πιό πάνω στοιχεία είναι τα ακόλουθα.-
ΚΑΤΟΙΚΗΣΗ .Στον επάνω Τράχωνα υπήρχαν δύο ξεχωριστές θέσεις κατοίκησης. -Δεν μπορούν να προσδιορισθούν στον σημερινό χώρο. -Ειναι οι τέσσερις ερειπωμένες αγροικίες και ο πύργος σε κάποιο σημείο του τσιφλικιού, και οι άλλες τέσσερις ερειπωμένες
αγροικίες στην θέση Πουρνάρ μαζί με μιά μάνδρα ( μελισσόμανδρα)
και δέκα έξη αλωνότοπους με τον περίγυρο τους.- Με την σειρά της
αναγραφής πρέπει να προσδιοριστή ο πύργος/ που πρέπει να ήταν
και η κατοικία του τούρκου αγά όταν θα μετέβαινε στο τσιφλίκι/
στο ίδιο σημείο με τις τέσσερις πρώτες αγροικίες και οι άλλες
τέσσερις αγροικίες στη θέση πουρνάρ πρέπει να είναι σε
διαφορετικό σημείο , και να είναι κοντά τους οι αλωνότοποι και η
μελισσόμανδρα. -Ως προς τους αλωνοτόπους πρεπει να είμαστε
επιφυλακτικοί για την τοποθέτηση όλων στο ίδιο σημείο στην θέση
Πουρνάρ .- Για δύο θέσεις κατοίκησης συνηγορεί και η κατάθεση
των χωρικών που αναφέρουν ξεχωριστά τον Επάνω Τράχωνα και
ξεχωριστά την Μπερναρή.- Οι άνθρωποι που έμεναν στον Επάνω
Τράχωνα δεν πρέπει να ήταν περισσότεροι από 50 ( οκτώ αγροικίες,
δηλ. οκτώ οικογένειες κολίγων επί 6 άτομα μέσον όρο η κάθε
οικογένεια).- Μπορούμε να υποθέσουμε ότι μισοί έμεναν στον Επάνω
Τράχωνα και μισοί στην Μπερναρή, αφού τα ζευγαρόσπιτα στα οποία
έμεναν και στο χοτζέτι αναγράφονται χωριστά και στις καταθέσεις
των μαρτύρων οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις /ζευγάρια/ μοιράζονται -
τέσσερα ζευγάρια στον Επάνω τράχωνα και τέσσερα στην Μπερναρή.-
Ολα βέβαια τα πιό πάνω αφορούν στην προεπαναστατική περίοδο αφού στα 1830 -1831 δεν είχε μείνει τίποτε όρθιο ώστε να ήταν δυνατή η κατοίκηση στο τσιφλίκι.-
ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ
Η καλλιεργήσιμη γή στον Άνω Τράχωνα ήταν οκτώ ζευγάρια γης.-/
Τέσσερα στον καθ αυτού επάνω τράχωνα και τέσσερα στην
Μπερναρή σύμφωνα με τους μάρτυρες/.- Γύρω στα 2.500 στρέμματα
γης /εφ όσον βέβαια δεχθούμε το σύστημα της αγραναπαύσεως/.-Η
έκταση αυτή εκαλλιεργείτο σίγουρα απο τους κολλήγους του
κτήματος και γι αυτήν θα εχρειάζοντο το λιγότερο 16 καλά
βόδια. -Θα εσπείρετο δημητριακά ,σιτάρι ή κριθάρι.-/ Γνωστή η
έλλειψη δημητριακών στην Αττική και αναγκαία η καλλιέργεια τους
ακόμη και σε όχι τόσο γόνιμες περιοχές όπως αυτή του Επάνω
Τράχωνα. -/Οι δεκαέξι αλωνότοποι, δύο για κάθε ζευγάρι γης, δηλ.
για 100 στρέμματα, πρέπει να ήταν κοντά στις σπειρωμένες
εκτάσεις. -Αν όλοι οι αλωνότοποι ευρισκόταν στην θέση Πουρνάρ
τότε και όλη η καλλιεργήσιμη γή θα έπρεπε να ευρίσκεται εκεί. -Οι
καταθέσεις όμως των μαρτύρων για ζευγάρια και στις δύο θέσεις
κατοίκησης ,θα πρέπει να τοποθετήσουν ανάλογα και τους
αλωνότοπους/ αντίθετα δηλαδή απο την εντύπωση που εξάγεται απο
την σειρά αναγραφής τους στο χοτζέτι/.- Αμπέλια δεν
εκαλλιεργούντο , ούτε ελιές, τα κύρια δηλαδή προιόντα της
Αττικής δεν υπήρχαν στον Επάνω Τράχωνα. Μια μόνο μελισσόμανδρα υπήρχε που μαρτυρεί παραγωγή μελιού σε μικρή όμως ποσότητα.- Πρεπει να ήταν 20-30 μελίσσια.- Σύμφωνα με το χοτζέτι μέρος της γης του τσιφλικιού χρησιμοποιείτο για την βόσκηση
αιγοπροβάτων.- Πόση έκταση αναλογικά κατελάμβανε η έκταση για
βοσκές δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βάση αυτό καθ αυτό το
χοτζέτι, αφού η τιμή των 15.000 γροσσίων που αναφέρεται σαν τιμή
κτήσεως των ζευγαριών και των βοσκών δεν προσδιορίζεται
ειδικότερα.- Αττικής.- Ειναι βέβαιο ότι ο αριθμός των κατοίκων
του Επάνω τράχωνα δεν μπορεί να στηρίξει υπόθεση για μεγάλο
αριθμό αιγοπροβάτων που να ανήκαν στον τούρκο γαιοκτήμονα αφού μια τέτοια οικονομική δραστηριότητα θα απαιτούσε μεγαλύτερο αριθμό κατοικιών. -Από την άλλη πλευρά όμως η μεγάλη έκταση που αποδίδεται στο τσιφλίκι αυτό από τους μάρτυρες κατά την κατάθεση
τους της 27/7/1831 αφήνει το περιθώριο για την υπόθεση
ενοικιάσεως μεγάλης εκτάσεως λιβαδιών σε νομάδες κτηνοτρόφους,
που όπως γνωρίζουμε απο άλλες πηγές χρησιμοποιούσαν την Αττική
για ξεχειμαδιά. -Το γλυκό κλίμα σε αυτήν περιοχή της Αττικής,
όπως και η πρακτική όλου του 19 αιώνα αλλά και του εικοστού
μπορούν να στηρίξουν περισσότερο αυτή την υπόθεση.- Εξ άλλου ο
συνδυασμός καλλιέργειας δημητριακών και ενοικιάσεως λιβαδιών
χαρακτηρίζει γενικά την λειτουργία του τσιφλικιού σαν
οικονομικής μονάδας
ΤΙΜΕΣ ΑΓΟΡΑΣ
Τα οκτώ γκρεμισμένα σπίτια του Επάνω Τράχωνα και της Μπερναρής, η μελισσόμανδρα και οι δεκαέξι αλωνότοποι αγοράστηκαν για 4.000 γρόσσια.- Τα οκτώ ζευγάρια γης, που εκαλλιεργείτο, και οι
θερινές και χειμερινές βοσκές για 15.000 γρόσσια.- Ειναι χαρακτηριστικό ότι στην περιγραφή των αλωνοτόπων που επωλήθησαν σημειώνεται ρητά ότι υπάγονται σε αυτούς και τα παραρτήματα και ο περίγυρος τους. - Εδω πρέπει να σημειωθεί το εξής.- Αν πράγματι ο αγοραστής, όπως ενεφανίζοντο μετέπειτα, είχε αγοράσει κατά πλήρη κυριότητα όλη την έκταση που αποδίδουν στο τσιφλίκι οι μαρτυρίες, δηλ έκταση 40.000 στρεμμάτων , τότε τι έννοια είχε ειδικά για τους αλωνότοπους να αναγράφεται ότι περιλαμβάνονται σε αυτούς και οι περίγυροι ?
Η αναλογία της τιμής πωλήσεως των ζευγαριών, δηλαδή της καλλιεργήσιμης γης, του Επάνω Τράχωνα και του Κάτω Τράχωνα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα.- Τα δύο ζευγάρια γης του Κάτω Τράχωνα, χωρίς λιβάδια, επωλήθησαν για 6.000 γρόσσια.- Αφού λοιπόν τα οκτώ ζευγάρια του Επάνω Τράχωνα επωλήθησαν για 15.000 γρόσσια , τότε το ποσό που αναλογούσε στα λιβάδια βοσκής του Επάνω Τράχωνα είναι ασήμαντο. -Τούτο όμως έρχεται σε αντίφαση με τις υποθέσεις και τα συμπεράσματα από την χρήσεις γης του τσιφλικιού.- Δυο μπορεί να είναι οι πιθανές εξηγήσεις. -α/ ή τα λιβάδια του Επάνω Τράχωνα ήταν μικρά σε έκταση, ή β/ είχαν
ελάχιστη αξία. -Η δεύτερη εξήγηση δεν μπορεί να ευσταθήσει αν δεχθούμε το ενοίκιο απο τις βοσκές σαν σημαντικό έσοδο του τσιφλικιού, και η πρώτη πάλι δεν μπορεί να προχωρήσει αν λάβουμε υπόψη τις μαρτυρίες της 27/7/1831 αλλά και το πρακτικό οροθεσίας του 1824 που φτάνουν τα όρια του τσιφλικιού μέχρι την σημερινή Βούλα .-Τι μένει σαν άλλη πιθανή εξήγηση λοιπόν ? Ο ίδιος ο Α. Λουριώτης μάς παρέδωσε μιά πράγματι εντυπωσιακή διέξοδο όταν στο υπ αριθμ.11353/ 1840 συμβόλαιο του Κοσμά Κοκκίδη αναγράφει σαν σύνορο του κτήματος των Άνω και Κάτω Τραχώνων τον ίδιο τον Μουσταφάμπεη, δηλαδή τον Τούρκο αγά που ήταν κύριος του τσιφλικιού προ της επαναστάσεως. -Σε αυτή την εξήγηση δίνει περαιτέρω στήριξη και η κατάθεση των μαρτύρων της 27/7/1831 αφού τμήμα της αλυκής στα σημερινά σύνορα Βούλας- Γλυφάδας και που ανήκε κατ αυτούς στον Επάνω Τράχωνα του Μουσταφάμπεη δεν είχε πωληθει στον Α. Λουριώτη.- Μιά άλλη εξήγηση θα ήταν να δεχθούμε τα τσιφλίκια Άνω και Κάτω Τραχώνων σαν εκτάσεων καλλιέργειας δημητριακών και μικρών λειβαδίων για βοσκές λίγων αιγοπροβάτων που έβοσκαν οι κολίγοι του κτήματος .- Σε τέτοια περίπτωση θα πρέπει να είναι εντελώς ψευδείς οι μαρτυρίες της 27/7/1831 αλλά και το πρακτικό οροθεσίας του 1824.-
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ-ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι συνθήκες κατοικίας στον Επάνω Τράχωνα και στην Μπερναρή ήταν άθλιες πριν την επανάσταση του 1821.- Βέβαια το 1830 δεν υπήρχαν ούτε αυτά τα άθλια σπιτοκάλυβα . Οι οκτώ-δέκα οικογένειες κολίγων που ζούσαν στον επάνω τράχωνα και στην Μπερναρή προ του 1821 δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα από που προήρχοντο.- Ούτε μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα απο την ύπαρξη κολίγων απο τα Μέθανα στην Πυρναρή το 1836 αφού είναι πιθανό να τους μετέφερε εκεί μετά το 1830 ο Α. Λουριώτης.- Η εργασία τους ήταν η σπορά των χωραφιών και η βόσκηση αιγοπροβάτων σε κλίμακα οικιακής οικονομίας.-. -Θα πρέπει να υπήρχαν στον επάνω Τράχωνα γύρω στα 16- 20 βόδια για ζευγάρι, λίγα μικρά μοσχάρια, γύρω στα 100-150 αιγοπρόβατα, 5-10 αλογοφοράδες, λίγα γουρούνια και καμμιά τριανταριά μελίσια.- Λόγω των δύο ξεχωριστών σημείων κατοίκησης πρεπει να δεχθούμε ότι και τα πιό πάνω διεμοιράζοντο αναλόγως.- Κάποιοι μικροί κήποι για λαχανικά και ισως λίγες ρίζες αμπέλι για οικιακή χρήση.- Κάποια απασχόληση πρέπει να έδινε το μάζεμα του ελαιοκάρπου κατά τον χειμώνα , αν έμενε ελεύθερος χρόνος από την βοσκή των ζώων, απασχόληση βέβαια όχι στους τράχωνες αλλά σε άλλα μέρη της Αττικής .-Ξύλευση πρέπει να γινόταν στα άγρια δένδρα του τσιφλικιού αλλά και στον κοντινό Υμηττό -
Η σχέση κολίγου -γαιοκτήμονα δεν πρέπει να ήταν διαφορετική από την γενική επιτόπια συνήθεια της Αττικής.-2/3 της σοδιάς των δημητριακών στον τούρκο τσιφλικά αγά εφ όσον αυτός προμήθευε τα ζώα και τον αναγκαίο εξοπλισμό για την γεωργική καλλιέργεια και
1/3 στους κολίγους, 1/2 στους κολίγους και 1/2 στον γαιοκτήμονα στην περίπτωση που τα ζώα αλλά και η κατοικία ανήκαν στον κολίγα. -Στην περίπτωση των Τραχώνων μάλλον πρέπει να ίσχυε η πρώτη περίπτωση.-
Οι κολίγοι των Τραχώνων πρέπει να ήταν πολύ φτωχοί.- Κανένας δεν είχε ιδιοκτησία στους τράχωνες. -Ο Συμεών Τρίμης πού είχε ιδιόκτητη μελισσόμανδρα στον Κάτω Τράχωνα σύμφωνα και με την μαρτυρία της 27/7/1831 αλλά και με μετέπειτα δικαστικές αποφάσεις ,δεν ήταν κολίγος στο τσιφλίκι. -Εδώ πρέπει να
σημειωθεί η ιδιαιτερότητα των σχέσεων ιδιοκτησίας στην προεπαναστατική εποχή στην Αττική.- Ο Τρίμης ήταν ιδιοκτήτης κατά πλήρη μάλιστα κυριότητα μελισσόμανδρας σε μιά περιοχή που υπετίθετο ότι ως τσιφλίκι ανήκε σε έναν μόνο κύριο.- Ασφαλώς το επίπεδο ζωής μόλις και θα ήταν αρκετό για την απλή αναπαραγωγή
αυτών των ανθρώπων.-
ΣΥΝΟΡΑ - ΕΚΤΑΣΗ
Οταν αγόρασε τους Τράχωνες ο Κ. Ζωγράφος υπό τις οδηγίες του Α. Λουριώτη τα σύνορα τους προσδιορίζοταν ως εξής.- Των μεν Κάτω Τραχώνων το Μπραχάμι, ο Καρράς/ Ηλιούπολη/ο Πετράκης ,η μονή Πετράκη δηλαδή, και Υμηττός, το Χασάνι.- Των Άνω Τραχώνων οι Κάτω Τράχωνες, ο Πετράκης , το Χασάνι και η θάλασσα.- Η σχετική αοριστία των πιό πάνω συνόρων αποσαφηνίζεται απο τον ίδιο τον Λουριώτη 10 και 16 έτη μετά όταν τοποθετεί τα σύνορα του κτήματος του μεταξύ Μπραχαμίου, Χασανίου, Καρρά και
Θαλάσσης. -Ητοι και τα δύο κτήματα του ομού , με τίτλο κτήσεως τα
χοτζέτια των Τούρκων δεν έφθαναν πέραν του σημερινού Χασανίου,
ήτοι του σημερινού Ελληνικού χωρίς βέβαια να περιέχουν βουνά
εντός αυτών .-Βέβαια τα σύνορα αυτά τα τοποθετεί με βάση τους
τίτλους του, ήτοι τα χοτζέτια των Τούρκων και τις συνακόλουθες
εγκρίσεις 594 και 669 της μετέπειτα Επιτροπής Εξετάσεως των
Οθωμανικών ιδιοκτησιών του έτους 1842. -Η Γλυφάδα όπως είναι
φυσικό παντελώς απουσιάζει απο τους τίτλους του.- Το σημαντικό
και ενδιαφέρον όμως είναι ότι ήδη απο του 1839 ο Λουριώτης
εξεμίσθωνε την βοσκή των Άνω Τραχώνων υπό την ονομασία /Πυρναρή/ σε διάφορους βοσκούς για χειμαδιά, και όμως στα πιό πάνω συμβόλαια σαφώς δεν συμπεριλαμβάνει την Πυρναρή στα όρια του τσιφλικιού του παρ ότι οι μαρτυρίες της 27/7/1831 διαβεβαίωναν
περί του ότι συμπεριλαμβάνετο όλη η περιοχή αυτή εντός του
τσιφλικιού του.- Από την ανάγνωση και εξέταση των χοτζετιών των
Άνω και Κάτω Τραχώνων είναι δυσχερές να προσδιοριστούν τα σύνορα των κτημάτων αυτών .- Η έκταση τους όμως στα χοτζέτια σαφώς προσδιορίζεται ως δέκα ζευγαριών γης ( οκτώ των Άνω Τραχώνων και δύο των Κάτω Τραχώνων/.-Με την υπόθεση ότι το ζευγάρι στους Τράχωνες δεν πρέπει να υπερέβαινε τα 100 στρέμματα, κατ ανώτατο όριο αφού η γή των Τραχώνων δεν ήταν πρώτης ποιότητας, και με την επόμενη υπόθεση ότι η καλλιεργήσιμη γή οργωνόταν με το σύστημα της αγραναπαύσεως , προκύπτει έκταση καλλιεργήσιμης γης για τους μεν Κάτω Τράχωνες 600 στρεμμάτων ,για δε τους Άνω τράχωνες έκταση καλλιεργήσιμης γης 2.500 στρεμμάτων/ αν βέβαια δεν οργώνονταν η γή με το σύστημα της αγραναπαύσεως οι πιό πάνω αριθμοί μειώνονται στο 1/3.-
Από την έκταση των 2.500 στρεμμάτων υπάρχει τεράστια απόσταση μέχρι τον αριθμό των 30.000 περίπου στρεμμάτων πεδινής εκτάσεως που βρέθηκε να καταλαμβάνει το τσιφλίκι των Άνω Τραχώνων ,πλέον βεβαίως και άλλων 15.000 στρεμμάτων ορεινής εκτάσεως στον Υμηττό.- Αν δεχθούμε την έκταση αυτών των λιβαδιών φθάνουμε σε έναν αριθμό 40.000 στρεμμάτων βοσκής. -Μια τέτοια μεγάλη έκταση για την βοσκή ζώων ασφαλώς και θα ήταν σημαντικής περιουσιακής αξίας .- Το τίμημα όμως των 15.000
γροσσίων, μόλις και αρκεί για να καλύψει την αξία της καλλιεργήσιμης εκτάσεως των οκτώ ζευγαριών .- Αλλά και την μαρτυρία του Μακρυγιάννη να δεχθούμε για τιμή πωλήσεως ενός
γροσσίου το στρέμμα και πάλι δεν μπορούμε να φθάσουμε στο ύψος
των πιό πάνω αριθμών .
- Ο Υμηττός περιλαμβάνονταν στα όρια του τσιφλικιού των Άνω Τραχώνων? Σύμφωνα με τα χοτζέτια όχι.-
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της 27/7/1831 ναι. - Σύμφωνα με το
πρακτικό της οροθεσίας του 1824 μάλλον όχι. - Σύμφωνα με τα συμβόλαια του 1840-1846 όχι. Σύμφωνα με τα συμβόλαια μέχρι του 1894 όχι.- Σύμφωνα με τα συμβόλαια μετά το 1894 ναι.- Προφανές ότι το ζήτημα αυτό χρήζει ειδικότερης εξετάσεως.- Οι μάρτυρες περιλαμβάνουν τον Υμηττό στα όρια του τσιφλικιού .- Στην κατάθεση όμως που έδωσαν στην επιτροπή στις 27/7/1831 αναφέρουν σαν βουνά που περιλαμβάνει το κτήμα το Μαυροβούνι και τα κόκκινα βράχια /δηλαδή το μέρος του Υμηττού πάνω από την σημερινή Τερψιθέα Γλυφάδας / χωρίς να αναφέρουν τίποτε για το υπόλοιπο μέρος του Υμηττού πάνω από την υπόλοιπη σημερινή Γλυφάδα
. –Στο εξώφυλλο / ειδικότερη περιγραφή/ όμως που έδωσαν οι ίδιοι
μάρτυρες στην επιτροπή, περιλαμβάνουν και αυτό το μέρος του
Υμηττού. -Η περιγραφή αυτή έγινε απο αυτούς για εξειδίκευση και
λεπτομερή καταγραφή του κτήματος.- Ειναι ομως δυνατόν η
εξειδίκευση του γενικού να το υπερβαίνει? Οι πιό πάνω μαρτυρίες
θα μπορούσαν να στηρίξουν βάσιμα την άποψη για τό ότι το
τζιφλίκι περιελάμβανε και μέρος του Υμηττού πάνω από την
σημερινή Γλυφάδα ή και ολόκληρο το Βουνά αν/ α/οι μαρτυρίες
αυτές ήταν υπεράνω πάσης υποψίας, πράγμα που δεν συνέβαινε αφού και είχαν πληρωθεί από τον ίδιο τον Α. Λουριώτη, β/ δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ εξωφύλλου και καταθέσεως στην επιτροπή, γ/ δεν υπήρχαν τα συμβόλαια του 1840 και 1846 όπου ό ίδιος ο Α.
Λουριώτης δεν αναφέρει τίποτε περί Υμηττού.- Οπως μαθαίνουμε απο το αρχείο Λουριώτη στο ΕΙΕ οι μαρτυρίες αυτές ήταν πληρωμένες
αντί του ποσού των 400 περίπου γροσσίων όπως άλλωστε και οι
μαρτυρίες του κτήματος της Σταμάτας αντί του ποσού των 100
γροσσίων. -Οι μάρτυρες που εξετάστηκαν ήταν ο Γιάννης Καραγιάννης, ο Σταμάτης Τρακάδας και ο Στάμος Τζιμπιδης.- Ο πρώτος ειναι μόνιμος μάρτυς για πάμπολλα κτήματα των Αθηνών το 1831 καθ ότι δεκατιστής κατά την Τουρκοκρατία είχε λόγο και
γνώσεις περί των ορίων των κτημάτων και όπως φαίνεται αυτή του η ιδιότης πολλαπλώς ερμηνεύθη και αξιοποιήθη εκείνη την εποχή και οι άλλοι δύο ήταν κολίγοι του κτήματος στους Τράχωνες.- Από την συσχέτιση όλων των πιό πάνω στοιχείων , αντιφατικών και αντίθετων η γνώμη που πρέπει βάσιμα να υποστηριχθεί είναι ότι ο Υμηττός, όπως άλλωστε και μέρος της σημερινής Γλυφάδας, δεν επωλήθη απο τους κληρονόμους του Μουσταφάμπεη στον Α. Λουριώτη και ότι ο ίδιος ο Λουριώτης, δια του Κ. Ζωγράφου αρχικά, και ο ίδιος μετέπειτα
επεχείρησαν με διάφορους τρόπους , ελιγμούς και υπαναχωρήσεις/
ανάλογα με την περίσταση/ να εμφανίσουν το κτήμα μεγαλύτερο από αυτό που οι ίδιοι αγόρασαν από τους κληρονόμους του Μουσταφάμπεη.-
Αξίζει ακόμη να προστεθεί ότι οι μαρτυρίες της 27/7/1831 ουδέποτε απετέλεσαν αντικείμενο εξετάσεως οποιασδήποτε κρατικής αρχής αφού/ α. -Δεν εστάλησαν απο την τότε Επιτροπή προς την Κυβέρνηση Καποδίστρια αφού της είχε απαγορευτεί να στέλλει
τέτοιου ειδούς κτήματα για να επικυρωθούν οι τίτλοι τους β.- δεν μνημονεύονται ουδόλως στις εγκριτικές αποφάσεις του 1842 με αριθμό 594 και 669 που αφορούν τους Άνω και Κάτω Τράχωνες.- Προσέτι οι Άνω και Κάτω Τράχωνες είναι το τελευταίο τσιφλίκι της
Αττικής που ενεκρίθη ο τίτλος του και ο Λουριώτης δεν δήλωσε τα
δάση που θα έπρεπε να περιέχονται εντός του κτήματος του,
σύμφωνα τουλάχιστον με την οριοθέτηση των μαρτυρικών καταθέσεων, ώστε να αναγνωριστούν σαν ιδιωτικά σύμφωνα με τον νόμο της 29/11/1836 για την αναγνώριση των ιδιωτικών δασών .-
3ο Απόσπασμα από το βιβλίο «Οι πωλήσεις των Οθωμανικών Ιδιοκτησιών της Αττικής. 1830-1831»του Θωμά Δρίκου.
Μάρτης 1993. εκδόσεις Τροχαλία.
Tα προηγούμενα κεφάλαια ανέδειξαν τις κεντρικές εξελίξεις στα διάφορα ζητήματα που ανέκυπταν κάθε φορά. Κατ ανάγκη ήταν εργασία περιγραφής του γενικού πλαισίου. Ίσως ακόμη να ήταν και μόνο η παράθεση και επεξήγηση επιστολογραφίας της εποχής εκείνης .Είναι ένα πλαίσιο στο οποίο δεν φαίνονται οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτό παρά μόνο μερικά κύρια πρόσωπα και η επιτροπή των Αθηνών. Αν δεν υπήρχε η δυνατότητα να ανιχνευθεί η ιστορία της αγοραπωλησίας ενός κτήματος, οι άνθρωποι που πήραν μέρος σε αυτή, οι τρόποι που μετήλθαν, και μάλιστα ενός μεγάλου κτήματος, τότε το πιο πάνω πλαίσιο θα έμενε ένα πλαίσιο.
Το τοπωνύμιο Τράχωνες σώζεται στην σημερινή Αττική στην Αργυρούπολη των Αθηνών, κοντά στις εγκαταστάσεις των εφημερίδων Απογευματινή και Ελεύθερος Τύπος. Στην ίδια ακριβώς περιοχή το διασώζει και ο από 1881 χάρτης του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του J. Kaupert.
Στην ίδια θέση θα πρέπει να ευρίσκετο και το χωριό Τράχωνες που αναφέρει ο Α. Φιλαδελφεύς αναφέροντας το ποσό των εμβατικιών που πλήρωναν στους ιερείς κατά το 1820 οι κάτοικοι των χωριών της Αττικής.
Παρ ότι το τοπωνύμιο σώζεται πάντα στην ίδια περιοχή της σημερινής Αργυρουπόλεως στα όρια αυτού του τσιφλικιού ευρέθη αργότερα να περιλαμβάνεται και όλη η σημερινή πόλη της Γλυφάδας συμπεριλαμβανομένων και των βουνών που την περιβάλλουν. Δηλαδή η αγορά των Άνω και Κάτω Τραχώνων από τους Οθωμανούς ιδιοκτήτες είναι ο τίτλος με τον οποίο επωλήθη εκτός της Αργυρουπόλεως, μέρος του Ελληνικού και ολόκληρη η πόλη της Γλυφάδας.
Στους μεν Κάτω Τράχωνες που προσδιορίζεται προς το βόρειο μέρος του όλου κτήματος προς το Μπραχάμι και ανατολικά προς τον τότε Καρρα (νυν Ηλιούπολη) ιδιοκτήτης μας παραδίδεται ότι ήτο κατά την τουρκοκρατία ο Μουφτής των Αθηνών Χαμζά. Τον Μουφτή αυτόν συναντάμε σε διάφορα έγγραφα της Μονής Πετρακη που έχει δημοσιεύσει ο Δ. Καμπούρογλου στα μνημεία των Αθηνών το 1890-1892, στην ιστορία των Αθηνών του Μπενιζέλου από το 1770-1800 , και φυσικά τους κληρονόμους του και το όνομα του πολλές φορές στα αρχεία και διάφορα έγγραφα της Ελληνικής Επιτροπής του 1831 των Αθηνών. Ητο μεγάλος την ηλικία κατά την επανάσταση, αυτός που πρότεινε σκληρά αντίποινα κατά των Αθηναίων το 1822 όταν επανεστάτηασν, και απέθανε στο κάστρο δεν γνωρίζουμε πώς. Από τα χοτζέτια πωλήσεως του κτήματος του αλλά και άλλων κτημάτων του μας δίδεται η πληροφορία πως είχε τρεις υιούς ζώντας. Τον Αλί, τον Μεχιουδίν και τον Ουκιασέ. Ουδείς εξ αυτών ενεφανίσθη στην Αθήνα για να πωλήσει τις πατρικές ιδιοκτησίες αλλά ενεφανίσθη ο πληρεξούσιος τους Χουσείν υιός του Σουλειμάνη με επιτροπικό/πληρεξούσιο καμωμένο στην Προύσσα. Επειδή τα πληρεξούσια των Τούρκων αυτής της περιόδου δεν είναι αξιόπιστα , αφού εγένοντο από ζωντανούς και πεθαμένους ώστε να πωλήσουν τα κτήματα τους, δίδω μεγαλύτερη πίστη στην μαρτυρία των κατοίκων των χωριών της Αττικής που τον εμφανίζουν να είχε δύο υιούς και μία θυγατέρα. Ο ζών υιός του είναι σίγουρα ο Μεχιουδίν.
Ο Χαμζά Μουφτής λοιπόν θρησκευτικός ηγέτης των Τούρκων της Αθήνας ήταν μουτεβελής , ήτοι προϊστάμενος της διαχειρίσεως των αφιερωμάτων (βακουφίων), στο Τζαμί της Κολώνας. Είχε και ιδιόκτητα κτήματα στην Αττική αλλά και κτήματα αγορασμένα για λογαριασμό του Τζαμιού (ήτοι θρησκευτικά αφιερώματα ). Ητο από τους μεγάλους τούρκους κτηματίες της Αττικής όπως φαίνεται από τις πωλήσεις που έκαναν οι κληρονόμοι του στην Αθήνα. Την εγγονή του Χαμζά Νοφιζέ κόρη του υιού του Μουχεδίν είχε αιχμαλωτίσει κατά την διάρκεια της καταλήψεως των Αθηνών ο Κώστας Λαγουμιτζής, πιθανώς ο αυτός υπό του Μακρυγιάννη αναφερόμενος, την είχε πάει στην Ναύπακτο μετά την κατάληψη των Αθηνών από τους Τούρκους και αφού την είχε βαφτίσει χριστιανή την παντρεύτηκε όπως μαθαίνουμε από συμβόλαιο του 1836 του Συμβολαιογράφου Αθηνών Κ. Κοκκίδη. Το πόσο ισχυρή θέση κατείχε ο υιός του Μουχεδδίν μπορούμε να διαπιστώσουμε από γράμμα του ιδίου του ρώσου Πρέσβη στην Κων/πολη προς τον Καποδίστρια, που στις 19/9/1830 η Επιτροπή των Αθηνών αποστέλλει προς τον Κυβερνήτη, παραδοθέν εις αυτήν υπό του ιδίου του Ισμαήλ Μπέη, με το οποίο ζητείται να αποδοθεί αύτη στους γονείς της. Βέβαια ο Λαγουμιτζής δεν ήταν δυνατό να την αφήσει αφού συν τοις άλλοις περίμενε και γερό μερίδιο από τις πωλήσεις των ιδιοκτησιών του πατέρα της στην Αθήνα.
Στούς Άνω Τράχωνες που είναι στο νοτιότερο μέρος των Τραχώνων προς την Γλυφάδα ιδιοκτήτης ήτο ο Χουσείν αγάς ο επιλεγόμενος Μουσταφά Μπέης. Και αυτός απέθανε στο Κάστρο κατά την διάρκεια της Επαναστάσεως. Ητο κτηματίας της Αττικής όχι όμως απο τους μεγαλύτερους όσο τουλάχιστον μπορούμε να διαπιστώσουμε απο τα διαθέσιμα στοιχεία. Από πωλητήριο της εποχής μαθαίνουμε ότι και στην πόλη της Αθήνας είχε οικία συνορεύουσα με την οικία του Χαμζα - Μουφτή, ήτοι εκτός από γείτονες στους Άνω και Κάτω Τράχωνες ήσαν και γείτονες στην Αθήνα. Αυτό βέβαια υπονοεί στενή φιλία ή κάποια συγγένεια.
Η οικογενειακή του κατάσταση αμφισβητειται. Στα μεν χοτζέτια του Ισμαήλ Μπέη εμφανίζεται να έχει ενα υιό και τρεις θυγατέρες, τον Ισμαήλ και τίς Φετιμέ, Σεριφέ και Χαφιζέ όπου χαρακτηριστικά το όνομα του Ισμαήλ έχει τοποθετηθεί τελευταίο και μετά η φράσις όπως εξηκριβώθη κατόπιν καταγγελίας. Με την ιδια οικογενειακή μαρτυρείται και απο τους μάρτυρες κατά την εξέταση των χοτζετίων. Τις δύο θυγατέρες του τις είχε παντρέψει με τους δυο γιού του Γκανα άλλου Τούρκου κτηματία της Αθήνας που μπορεί να καταταγεί από άποψη γαιοκτησίας στους κτηματίες μέν αλλά όχι στους πολύ μεγάλους των Αθηνών, όπως ο Χατζη Ταταρ-Αχμέτ, ο Μελέκ Εφεντης και ο Κιαμήλ Μπεης. Ειναι σημαντικό εδώ να αναφερθεί ότι απο τις μαρτυρίες των χωρικών της Αττικής, που δεν εδώθησαν επί σκοπώ αμέσου εξετάσεως των χοτζετίων αλλά ως γενικές πληροφορίες στην Ελληνική εξεταστική επιτροπή ο Μουσταφάμπεης μαρτυρείται με τέσσερις θυγατέρες και χωρίς γυιό. Αν συσχετίσουμε την φανερή μεροληψία των καταθέσεων των μαρτύρων κατά την εξέταση του χοτζετίου του Ισμαήλ Μπέη, με την οθωμανική νομοθεσία που περιόριζε το δικαίωμα κληρονομίας στις λεγόμενες «Εραζί Μηριγιε» ήτοι στις δημόσιες γαίες που παρεχωρούντο μόνον προς εξουσίαση, στους άρρενες κληρονόμους, δεν είναι καθόλου απίθανο ο λεγόμενος Ισμαήλ ο υιός του Μουσταφάμπεη να ήτο εφεύρημα της στιγμής και της ανάγκης τότε.
Αν κρίνουμε από τις πωλήσεις που έκαναν οι κληρονόμοι των δύο αυτών τούρκων στην Αθήνα αλλά και από την συγγένεια του Μουφτή με τον Χατζη-Ταταρ Αχμέτ (ο υιός του Μουφτή Αλί είχε νυμφευθεί θυγατέρα του Χατζη Τατάρ-Αχμέτ) μπορούμε να συνάγουμε το ασφαλές συμπέρασμα ότι ο Μουφτής ήτο μεγαλύτερος γαιοκτήμων από τον Μουσταφάμπεη.
Σύμφωνα με τα χοτζετια που έχουμε στην διάθεση μας πρώτος Έλλην αγοραστής και των δύο αυτών ομού κτημάτων φέρεται ο Λουκάς Πύρρος από τα Σάλωνα. Σε αξιόπιστο όμως και διασταυρούμενο κατάστιχο της Ελληνικής Επιτροπής του 1831 πρώτος αγοραστής των Άνω Τραχωνων φέρεται ο Γεώργιος Μωραίτης, ο υιός του Αποστόλη , ή άλλως ο Γεώργιος Αποστολόπουλος. Στο όνομα του όμως δεν υπάρχει χοτζέτι. Η λοιπόν δεν είχε εκδοθεί χοτζέτι στο όνομα του και παρητηθη της αγοράς του κτήματος αυτού προ της εκδόσεως του οριστικού Χοτζετίου οπότε και έλαβε το οριστικό χοτζέτι ο Λουκάς Πύρρος ή άλλως πως το μεταπώλησε στον Λ. Πύρρο ο οποίος εν πάση περιπτώσει φέρεται ο πρώτος επίσημος Έλλην αγοραστής των Άνω και Κάτω Τραχώνων.
Ο Λουκάς Πύρρος προέρχεται από τα Σάλωνα. Είναι από τους Έλληνες αγοραστές που ανέπτυξαν ζωηρότατη και πλούσια δράση στην Αθήνα εκείνη την εποχή. Αγόρασε το πιο ακριβό σπίτια της Αθήνας, αγόρασε τα πιο πάνω τσιφλίκια αλλά κυρίως στράφηκε στην αγορά αλευρόμυλων και ελαιόμυλων στην Αθήνα. Δαπάνησε σε αγορές περί τις 80.000 γρόσια και μετά από τους μεγάλους Έλληνες και ξένους αγοραστές θεωρείται από τους πλέον πλούσιους κτηματίες των Αθηνών. Είναι από τις χαρακτηριστικότερες στιγμές της όλης εκείνης περιόδου η περιγραφή που κάνει ο Λ. Τσαμαδός του τρόπου με τον οποίο ο Λουκάς Πύρρος τον εξηπάτησε και κατάφερε να αγοράσει αυτός από τους Τούρκους ένα μύλο που ήδη είχε συμφωνήσει να αγοράσει ο Τσαμαδός. Δεν μας είναι γνωστή η μέχρι τότε δράση του και από που ήλθε στην Αθήνα (πιθανώς από τα Σάλωνα) πάντως ήλθε με πολλά χρήματα και τελικά εγκατεστάθη μονίμως στην Αθήνα όπου ασχολήθηκε με τα κτηματικά, με εμπορικές πράξεις και με την αξιοποίηση των μύλων του. Τα τσιφλίκια τα αγόρασε αντί ποσού 7.200 τον Κάτω τράχωνα και αντί πόσού 19.000 τον Επάνω τράχωνα . Κατά πάσα πιθανότητα εμέτρησε και αυτός την 1η του μηνός Σααμπάν του Οθωμανικού ημερολογίου ήτοι κατά το τέλος Δεκεμβρίου 1830-αρχές Ιανουαρίου 1831, τουλάχιστον το μέγα μέρος του πιο πάνω ποσού ενώπιον του Ισμαήλ Μπεη ο οποίος βέβαια δεν θα παρέλειψε να λάβει από τους Τούρκους πωλητές το νόμιμο μικρό δικαίωμα του του 30% Στις 26/1/1831 όμως ο Λουκάς Πύρρος μεταπώλησε τα πιο πάνω τσιφλίκια στον Κωνσταντίνο Ζωγράφο που ενεργούσε και στην περίπτωση αυτή για λογαριασμό του Α. Λουριώτη. Στο αρχείο Λουριώτη ο ίδιος ο Λουριώτης έχει καταγράψει το ποσό των 29.520 γροσσίων για την αγορά τους. Η διαφορά των 3.220 γροσσίων πρέπει να είναι το κέρδος που έκανε ο Λ. Πύρρος από την μεταπώληση των Άνω και Κάτω Τραχώνων. Σύμφωνα με το χοτζέτι του Χατζή Ισμαήλ Μπέη ο Λ. Πύρρος είχε αγοράσει τα κτήματα αυτά την 1η του μηνός Σαμπάν του Οθωμανικού ημερολογίου, δηλαδή περί το τέλος Δεκεμβρίου 1830 - αρχές Ιανουαρίου 1831. Το τόσο σύντομο χρονικό διάστημα για το οποίο κράτησε αυτήν την ιδιοκτησία για λογαριασμό του δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από το κέρδος των 3.200 γροσσίων. Η εμπλοκή με την παράδοση της Αθήνας στους Έλληνες, η άπρακτη αναχώρηση του Ι. Καποδίστρια από την Σαλαμίνα στις 22 Ιανουαρίου 1830, όπως και η σχηματιζόμενη βεβαιότητα για την αρνητική στάση της Ελληνικής Κυβερνήσεως ως προς την επικύρωση των τίτλων των μεγάλων κτημάτων της Αττικής, πρέπει να έπαιξαν τον ρόλο τους στην απόφαση του Λ. Πύρρου για την τόσο σύντομη μεταπώληση των Άνω και Κάτω Τραχώνων.
Ο Κ. Ζωγράφος όμως δεν συνεκινήθη από όλες τις πιο πάνω δυσκολίες και προχώρησε σε αυτήν αγορά με την σύμφωνη βέβαια γνώμη του Α Λουριώτη. Δεν πρέπει να είναι άσχετη με αυτή τους την απόφαση η θέση τους στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας εκείνη την εποχή, που ασφαλώς τους επέτρεπε, να λαβαίνουν υπόψη κατά τον σχηματισμό των αποφάσεων τους πληροφορίες που οι αγοραστές σαν τον Λουκά Πύρρο δεν είχαν. Ο Πύρρος λοιπόν δεν έμεινε ιδιοκτήτης στους Τράχωνες ούτε για ένα πλήρη μήνα. Ο πρώτος λοιπόν μόνιμος κάτοχος των Τραχώνων ήταν ο Ανδρέας Λουριωτης δια του εκπροσώπου του και πληρεξουσίου του στην Αθήνα προς τον σκοπό της αγοράς Τουρκικών κτημάτων Κωνσταντίνου Ζωγράφου.
Ο Ανδρέας Λουριώτης είναι ο γνωστός Έλλην πολιτικός με τον μοιραίο ρόλο στον αγώνα του 1821. Κατήγετο από την Άρτα και εσπούδασε στα Γιάννενα. Ήταν ο αυτός που μαζί με τον Ιωάννη Ορλάνδο διεπραγματεύθη με τόσο καταστροφικό για την Ελλάδα τρόπο τα δάνεια του αγώνα στο Λονδίνο το 1824-1826.Ανθρωπος με μεγάλες πολιτικές εμπειρίες και πολιτικές διασυνδέσεις. Κατηγορήθηκε σφοδρά για την διαχείριση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τα πιο πάνω δάνεια. Κοινή ήταν η γνώμη εκείνη την εποχή ότι είχε ωφεληθεί προσωπικά και για μεγάλα ποσά από αυτά τα δάνεια. Προς τούτο μάλιστα κατεδικάσθη από το Ελεγκτικό Συνέδριο το 1835 για την καταβολή στο Ελληνικό Δημόσιο του μυθώδους ποσού για εκείνη την εποχή των 835.000. Το ποσό αυτό ουδέποτε κατέβαλλε στο Ελληνικό δημόσιο, ούτε καν μέρος του, και αντ αυτού ηγόραζε και πωλούσε ανέτως στην Αθήνα την σημαντική περιουσία που στο μεταξύ είχε αποκτήσει. Εκείνη την εποχή ήτο 42 ετών και δεν είχε παντρευτεί ακόμη, πράγμα που έκανε το 1835 νυμφευόμενος την αδελφή του Θ. Κομνηνού, Λουτσίκα, κόρη του Χατζη Κομνηνού /Κάλφα.
Ο Κων/νος Ζωγράφος, ο πληρεξούσιος του Α. Λουριώτη , που τον είδαμε και στα προηγούμενα κεφάλαια, κατηγετο από τα Καλάβρυτα. Γεννημένος το 1796 είχε σπουδάσει γιατρός και είχε διακριθεί σαν πολιτικός στις Εθνοσυνελεύσεις του Αργους του 1827 και μετέπειτα σαν βουλευτής Καλαβρύτων. Αργότερα μετά την εποχή αυτή, όχι πολύ αργότερα όμως, ανήλθε πολιτικά και οικονομικά , ενυμφευθη την κόρη του πάμπλουτου Μ. Σούτσου το 1835, υπήρξε ο πρώτος Έλληνας πρεσβευτής στην Κων/πολη το 1834, Υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργεύων γύρω στα 1838 ,πρεσβευτής της Ελλάδος στην Πετρούπολη μετά τα 1845 και μέχρι τον θάνατο του. Χωρίς οικογένεια και αυτός το 1830. Και χωρίς κρατική θέση, αφού ήταν αντίθετος με τον Ι. Καποδίστρια, με μόνη την ιατρική του και τις πολλές γνωριμίες του με ισχυρούς εκείνους της εποχής επελέχθη απο τον Α. Λουριώτη για να τον εκπροσωπήσει στις αγορές των Αθηνών αφού ο ίδιος ο Λουριώτης έπρεπε να βρίσκεται στο Λιβόρνο. Στην αγορά των Τραχώνων ο Ζωγράφος δεν έφθασε αμέσως. Πρωτοήλθε στην Αττική με τον σκοπό αγοράς κτημάτων για λογαριασμό του Λουριώτη αλλά και ιδικό του, τον Σεπτέμβριο του 1830. Από σημαντικότατη επιστολή του -ποταμό προς τον Α. Λουριώτη εξ Αιγίνης την 5/17 Νοεμβρίου 1830 μας δίδει σημαντικότατες πληροφορίες για το κλίμα εκείνης της εποχής. Κρίνει την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, με προσεκτικό τρόπο όμως, γιατί προφανώς φοβάται μην τυχόν πέσει το γράμμα στα χέρια της αστυνομίας της εποχής. Θεωρεί την θέση του Καποδίστρια ενισχυμένη μετά την παραίτηση του Λεοπόλδου. Πληροφορεί τον Α. Λαυριώτη για τις τιμές των κτημάτων στην Αττική θεωρώντας τες όχι και τόσον χαμηλές σύμφωνα με τις περιστάσεις (άραγε πόσο χαμηλές τις ήθελε ο Ζωγράφος;) ένα γρόσι το στρέμμα μας παραδίδει ο Μακρυγιάννης ότι πωλήθηκε η γη της Αττικής από τους Τούρκους.
Τον ενημερώνει για το ότι επέλεξε την Αττική για την αγορά μεγάλων κτημάτων,
Α) γιατί θα είναι η καθέδρα του νέου κράτους, κατά πάσα πιθανότητα,
Β) γιατί με ασφάλεια θα περιληφθεί στα σύνορα του νέου Κράτους ενώ τούτο δεν το θεωρεί 100% δεδομένο για την Εύβοια και την Θήβα,
Δ) για το καλό κλίμα της Αττικής ,
Ε) γιατί θέλει να συνδυάσει την ευχαρίστηση από την διαμονή με τον προσπορισμό των εισοδημάτων και
ΣΤ) γιατί απέρριπτε τα πλούσια κτήματα των Θηβών ως εντελώς ακατάλληλα για κατοικία και επισφαλή ως προς τα αν θα επιτραπεί στους Τούρκους τελικώς για να τα πωλήσουν.
Τον ειδοποιεί για το ότι χάρις στον φίλο του ηγούμενο της Καισαριανής Ιωσήφ Ταμπακόπουλο και τη βοήθεια του προξένου της Αυστρίας Γροπίου και του Ι.Βλάχου ήδη αγόρασε το κτήμα των Σταμάτων για 30.500 γρόσσια, εξηγεί την δυσκολία για να έχει περισσότερα χρήματα ώστε να επιλέξει άλλα ή και καλύτερα κτήματα, ομιλεί περί των προθέσεων του Φίνλεϊ για την αγορά κτημάτων στην Αττική και μάλιστα δίπλα στη Σταμάτα, και ανησυχεί για την κάθοδο του Περρούκα στην Πελοπόννησο (πρόκειται για την κατά το τέλος Οκτωβρίου 1830 μετάβαση του Περρούκα στο Ναύπλιο) και κυρίως περί του ενδεχομένου να μην επικυρωθούν οι πωλήσεις από την κυβέρνηση και μάλιστα των μεγάλων κτημάτων.
Ζητεί δε την γνώμη του Λουριώτη για το αν θα πρέπει να προχωρήσει σε άλλες αγορές δεδομένης αυτής της αμφιβολίας. Λόγω του επερχόμενου χειμώνα ,της ελλείψεως σπιτιών στην κατεστραμμένη και τουρκοκρατούμενη Αθήνα ο Ζωγράφος ήδη διαμένει στην Αίγινα. Μετά από αυτήν την σημαντική επιστολή δύο άλλες σπουδαιότατες επιστολές του ίδιου του Α. Λουριώτη φωτίζουν πλήρως την σχέση Λουριώτη - Ζωγράφου. Επιτακτικός ο Λουριώτης ως κύριος προς υπηρέτη απευθυνόμενος στον Ζωγράφο σε επιστολή του των αρχών Δεκεμβρίου 1831 τον επιπλήττει δριμύτατα για το ότι δεν έμεινε στην Αθήνα και έφυγε στην Αιγινα.. «Όσο βλέπει το ένα μάτι του νοικοκύρη δεν βλέπουν τα τέσσερα του ξένου». Τον διατάσσει να επιστρέψει αμέσως στην Αθήνα και τον καθησυχάζει για την στάση Περρούκα λέγοντας ότι ο Καποδιστριας δεν έχει άλλη επιλογή από την αναγνώριση της νομιμότητας των πωλήσεων. Αφού ο Ζωγράφος επέστρεψε πράγματι στην Αθήνα στις αρχές Ιανουαρίου 1831 ή στα μέσα Δεκεμβρίου 1830, αμέσως προέβη σε αγορά οικοπέδων και σε καλή τιμή κοντά στην πόλη των Αθηνών και πληροφορεί τον Λουριώτη ότι διαπραγματεύεται και την αγορά άλλων κτημάτων εννοώντας προφανώς και τους Τράχωνες. Ο Λουριώτης του γράφει στο τέλος Ιανουαρίου σχεδόν αναφωνώντας μέσα από την επιστολή του «Εύγε σου Ζωγράφο μου. Όταν κανείς καλά σε επιβραβεύω, δεν είχα δίκιο που σούλεγα να πάς στην Αθήνα; Είδες τι ωραία κτήματα αγόρασες και μάλιστα σε υπέροχη τιμή ...»
Περαιτέρω η αλληλογραφία Λαυριώτη - Ζωγράφου, όπως και η επιστολή του Ζωγράφου που σε απάντηση της έχει γίνει το γράμμα του Λουριώτη του τέλους Ιανουαρίου 1831, ελλείπει. Ετσι για το κτήμα των Τραχώνων γνωρίζουμε οτι ο Ζωγράφος το διεπραγματεύετο μεταξυ άλλων κτημάτων ήδη στις αρχές Ιανουαρίου 183. Τότε πού η αμφισβήτηση για την επικύρωση ή μη των χοτζετίων των μεγάλων κτημάτων ήταν σε ημερήσια διάταξη. Μάλιστα η κυριολεκτική έφοδος του προς το γραφείο του Δ. Περρούκα που ο τελευταίος περιγράφει στην από 29/1/1831 επιστολή του προς τον Κυβερνήτη, πρέπει να έχει γίνει την επόμενη ή μεθεπόμενη ημέρα της αγοράς του κτήματος των Τραχώνων που συνέβη στις 26/1/1831.
Ο Ζωγράφος έχει πλέον διπλό λόγο να είναι λαύρος κατά του Δ. Περρούκα και κατά της Κυβερνήσεως. Δεν ειναι μόνο το πωλητήριο της Σταμάτας για το οποίο διαμαρτύρεται , τώρα έχουν προστεθεί και οι Άνω και Κάτω Τράχωνες. Το ότι οι αγοραστές ιδίως των μεγάλων κτημάτων της Αττικής δεν είχαν άλλο στην σκέψη τους απο το πώς να μεγαλώσουν όσο περισσότερο μπορούν τις όσες περισσότερες ιδιοκτησίες μπορέσουν να αγοράσουν (στις εξευτελιστικές τιμές που τα αγόραζαν) δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία.
Ήδη απο την αλληλογραφία της Επιτροπής των Αθηνών έχουμε την πληροφορία ότι ο Γεώργιος Λεβέντης αγόραζε γή απο τους Τούρκους στην Ελευσίνα όπου αυτοί δεν είχαν δικαιωμα να πωλήσουν ως κατεχόμενη απο τους Ελληνες (από τον αρχηγό Ι. Ράγκο).
Τα διαθέσιμα στοιχεία που μας επιτρέπουν να αποκαταστήσουμε στοιχειωδώς την τοπογραφία του κτήματος των Άνω Τραχώνων το 1830-1831 είναι τα εξής. -α/ Το χοτζέτι του Ισμαήλ Μπέη με βάση το οποίο επωλήθη το τσιφλίκι στον Λουκά Πύρρο της 1ης Σαμπαν
1830.- β/ οι μαρτυρίες ενώπιον της ελληνικής επιτροπής στις 27 Ιουλίου 1831.- Και τα δύο πιό πάνω στοιχεία έχουν άμεση σχέση με την αγοραπωλησία του κτήματος.- Ακόμη μας είναι διαθέσιμα τα εξής στοιχεία.- γ/ Πρακτικό οροθεσίας της 4 Απριλίου 1824 περί
των ορίων της Βάρης και των Τραχώνων.- δ/ Συμβόλαια του Κ.
Κοκκίδη που αφορούν εκμισθώσεις βοσκής της Πυρναρής και άλλες
σχέσεις του Α. Λουριώτη με κολίγους της Πυρναρής και των
Τραχώνων .- ε/ Τα υπ αριθμ. 11353/1840 , 50/1846 και 750/1846
συμβόλαια Συμβολαιογράφου Αθηνών Κ.Κοκκίδη που αφορούν στην
περιγραφή των ορίων των κτημάτων Άνω και Κάτω Τραχώνων ομού από
τον ίδιο τον Α. Λουριώτη.- Στο χοτζέτι η όλη αγοραπωλησία
περιγράφεται ως εξής. -Οι κληρονόμοι του Χασάν αγά ( δηλ του
Χουσείν ) δηλώνουν ότι είναι κύριοι εκτάσεως γης στη θέση Άνω
Τράχωνες στην επαρχία Αθηνών που ορίζεται εκατέρωθεν / υπό του
τσιφλικιού Πετράκη, του τσιφλικίου Χασανλάρ, του τσιφλικιού
Μουφτή Εφέντη και της θαλάσσης/.- Τας δε εντός της ως άνω
εκτάσεως τέσσερις ερειπωμένες αγροικίες, ενα ερειπωμένο πύργο,
διάφορα δένδρα οπωροφόρα και άκαρπα, και εντός της ως άνω
εκτάσεως και εις θέσιν Πουρνάρ τέσσερις αγροικίες, μιά μάνδρα
και δέκα έξη αλωνότοπους με τα παραρτήματα και τα είς αυτούς
υπαγόμενα περίγυρα , πώλησαν αντί ποσού 4.000 γροσσίων στον
Λουκά Πύρρο και αυτός τα πιό πάνω τα έλαβε στην κυριότητα, νομή
και κατοχή του.- Μετά την πιό πάνω περιγραφή αρχίζει άλλη
περιγραφή.- Ωσαύτως πωλήσαμε, δηλώνουν οι ίδιοι κληρονόμοι,
αντί τιμήματος 15.000 γροσσίων την εντός της πιό πάνω εκτάσεως
υπάρχουσα γή εκτάσεως αροτριοσήμου οκτώ ζευγών βοών, μετά των
χειμερινών και θερινών βοσκοτόπων, αποδεχθέντες την μεταβίβασιν
στον ίδιο( Λουκά Πύρρο) της κατοχής και νομής της πιό πάνω
εκτάσεως.- Για να μπορέσει να αξιολογηθεί κάπως η πιό πάνω
περιγραφή έίναι αναγκαίο να συσχετισθεί με τις μαρτυρίες της 27
Ιουλίου 1831 .- Κατέθεσαν λοιπόν οι μάρτυρες.- Ο επάνω τράχωνας
ότι συνορεύει με το Χασανλάρ, από το άλλο με του Πετράκη το μετόχι, απο το άλλο με τα βουνά των κουρσαλάδων όσον τρέχουν τα νερά απο το μέρος των Τραχώνων , με το τσιφλίκι του Καρρά και με την θάλασσα .- Αυτά για τα σύνορα των Ανω Τραχώνων .-
Για την έκταση κατέθεσαν τα εξής ενδιαφέροντα / Ο επάνω τράχωνας είναι εκτάσεως τεσσάρων ζευγαριών και άλλα τέσσερα ζευγάρια ευρίσκονται στην Μπερναρή.- Ακόμη ότι έχει βουνά , το Μαυροβούνι, και τα κόκκινα βράχια.- Εδώ πρέπει να προστεθεί ότι οι
ίδιοι μάρτυρες στην κατάθεση για το κτήμα των Κάτω Τραχώνων είπαν ότι ο Επάνω Τράχωνας είχε ένα μερίδιο σε αλυκή , όπου ο Πετράκης είχε τα άλλα δύο μερίδια, αλλά ότι αυτό /δηλ. το μερίδιο της αλυκής/ δεν επωλήθη.- Ακόμη ότι κατέθεσαν και γραπτή λεπτομερειακή περιγραφή των ορίων του κτήματος (εξώφυλλο ).-
Τα συμπεράσματα πού μπορούν να εξαχθούν από τα πιό πάνω στοιχεία είναι τα ακόλουθα.-
ΚΑΤΟΙΚΗΣΗ .Στον επάνω Τράχωνα υπήρχαν δύο ξεχωριστές θέσεις κατοίκησης. -Δεν μπορούν να προσδιορισθούν στον σημερινό χώρο. -Ειναι οι τέσσερις ερειπωμένες αγροικίες και ο πύργος σε κάποιο σημείο του τσιφλικιού, και οι άλλες τέσσερις ερειπωμένες
αγροικίες στην θέση Πουρνάρ μαζί με μιά μάνδρα ( μελισσόμανδρα)
και δέκα έξη αλωνότοπους με τον περίγυρο τους.- Με την σειρά της
αναγραφής πρέπει να προσδιοριστή ο πύργος/ που πρέπει να ήταν
και η κατοικία του τούρκου αγά όταν θα μετέβαινε στο τσιφλίκι/
στο ίδιο σημείο με τις τέσσερις πρώτες αγροικίες και οι άλλες
τέσσερις αγροικίες στη θέση πουρνάρ πρέπει να είναι σε
διαφορετικό σημείο , και να είναι κοντά τους οι αλωνότοποι και η
μελισσόμανδρα. -Ως προς τους αλωνοτόπους πρεπει να είμαστε
επιφυλακτικοί για την τοποθέτηση όλων στο ίδιο σημείο στην θέση
Πουρνάρ .- Για δύο θέσεις κατοίκησης συνηγορεί και η κατάθεση
των χωρικών που αναφέρουν ξεχωριστά τον Επάνω Τράχωνα και
ξεχωριστά την Μπερναρή.- Οι άνθρωποι που έμεναν στον Επάνω
Τράχωνα δεν πρέπει να ήταν περισσότεροι από 50 ( οκτώ αγροικίες,
δηλ. οκτώ οικογένειες κολίγων επί 6 άτομα μέσον όρο η κάθε
οικογένεια).- Μπορούμε να υποθέσουμε ότι μισοί έμεναν στον Επάνω
Τράχωνα και μισοί στην Μπερναρή, αφού τα ζευγαρόσπιτα στα οποία
έμεναν και στο χοτζέτι αναγράφονται χωριστά και στις καταθέσεις
των μαρτύρων οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις /ζευγάρια/ μοιράζονται -
τέσσερα ζευγάρια στον Επάνω τράχωνα και τέσσερα στην Μπερναρή.-
Ολα βέβαια τα πιό πάνω αφορούν στην προεπαναστατική περίοδο αφού στα 1830 -1831 δεν είχε μείνει τίποτε όρθιο ώστε να ήταν δυνατή η κατοίκηση στο τσιφλίκι.-
ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ
Η καλλιεργήσιμη γή στον Άνω Τράχωνα ήταν οκτώ ζευγάρια γης.-/
Τέσσερα στον καθ αυτού επάνω τράχωνα και τέσσερα στην
Μπερναρή σύμφωνα με τους μάρτυρες/.- Γύρω στα 2.500 στρέμματα
γης /εφ όσον βέβαια δεχθούμε το σύστημα της αγραναπαύσεως/.-Η
έκταση αυτή εκαλλιεργείτο σίγουρα απο τους κολλήγους του
κτήματος και γι αυτήν θα εχρειάζοντο το λιγότερο 16 καλά
βόδια. -Θα εσπείρετο δημητριακά ,σιτάρι ή κριθάρι.-/ Γνωστή η
έλλειψη δημητριακών στην Αττική και αναγκαία η καλλιέργεια τους
ακόμη και σε όχι τόσο γόνιμες περιοχές όπως αυτή του Επάνω
Τράχωνα. -/Οι δεκαέξι αλωνότοποι, δύο για κάθε ζευγάρι γης, δηλ.
για 100 στρέμματα, πρέπει να ήταν κοντά στις σπειρωμένες
εκτάσεις. -Αν όλοι οι αλωνότοποι ευρισκόταν στην θέση Πουρνάρ
τότε και όλη η καλλιεργήσιμη γή θα έπρεπε να ευρίσκεται εκεί. -Οι
καταθέσεις όμως των μαρτύρων για ζευγάρια και στις δύο θέσεις
κατοίκησης ,θα πρέπει να τοποθετήσουν ανάλογα και τους
αλωνότοπους/ αντίθετα δηλαδή απο την εντύπωση που εξάγεται απο
την σειρά αναγραφής τους στο χοτζέτι/.- Αμπέλια δεν
εκαλλιεργούντο , ούτε ελιές, τα κύρια δηλαδή προιόντα της
Αττικής δεν υπήρχαν στον Επάνω Τράχωνα. Μια μόνο μελισσόμανδρα υπήρχε που μαρτυρεί παραγωγή μελιού σε μικρή όμως ποσότητα.- Πρεπει να ήταν 20-30 μελίσσια.- Σύμφωνα με το χοτζέτι μέρος της γης του τσιφλικιού χρησιμοποιείτο για την βόσκηση
αιγοπροβάτων.- Πόση έκταση αναλογικά κατελάμβανε η έκταση για
βοσκές δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βάση αυτό καθ αυτό το
χοτζέτι, αφού η τιμή των 15.000 γροσσίων που αναφέρεται σαν τιμή
κτήσεως των ζευγαριών και των βοσκών δεν προσδιορίζεται
ειδικότερα.- Αττικής.- Ειναι βέβαιο ότι ο αριθμός των κατοίκων
του Επάνω τράχωνα δεν μπορεί να στηρίξει υπόθεση για μεγάλο
αριθμό αιγοπροβάτων που να ανήκαν στον τούρκο γαιοκτήμονα αφού μια τέτοια οικονομική δραστηριότητα θα απαιτούσε μεγαλύτερο αριθμό κατοικιών. -Από την άλλη πλευρά όμως η μεγάλη έκταση που αποδίδεται στο τσιφλίκι αυτό από τους μάρτυρες κατά την κατάθεση
τους της 27/7/1831 αφήνει το περιθώριο για την υπόθεση
ενοικιάσεως μεγάλης εκτάσεως λιβαδιών σε νομάδες κτηνοτρόφους,
που όπως γνωρίζουμε απο άλλες πηγές χρησιμοποιούσαν την Αττική
για ξεχειμαδιά. -Το γλυκό κλίμα σε αυτήν περιοχή της Αττικής,
όπως και η πρακτική όλου του 19 αιώνα αλλά και του εικοστού
μπορούν να στηρίξουν περισσότερο αυτή την υπόθεση.- Εξ άλλου ο
συνδυασμός καλλιέργειας δημητριακών και ενοικιάσεως λιβαδιών
χαρακτηρίζει γενικά την λειτουργία του τσιφλικιού σαν
οικονομικής μονάδας
ΤΙΜΕΣ ΑΓΟΡΑΣ
Τα οκτώ γκρεμισμένα σπίτια του Επάνω Τράχωνα και της Μπερναρής, η μελισσόμανδρα και οι δεκαέξι αλωνότοποι αγοράστηκαν για 4.000 γρόσσια.- Τα οκτώ ζευγάρια γης, που εκαλλιεργείτο, και οι
θερινές και χειμερινές βοσκές για 15.000 γρόσσια.- Ειναι χαρακτηριστικό ότι στην περιγραφή των αλωνοτόπων που επωλήθησαν σημειώνεται ρητά ότι υπάγονται σε αυτούς και τα παραρτήματα και ο περίγυρος τους. - Εδω πρέπει να σημειωθεί το εξής.- Αν πράγματι ο αγοραστής, όπως ενεφανίζοντο μετέπειτα, είχε αγοράσει κατά πλήρη κυριότητα όλη την έκταση που αποδίδουν στο τσιφλίκι οι μαρτυρίες, δηλ έκταση 40.000 στρεμμάτων , τότε τι έννοια είχε ειδικά για τους αλωνότοπους να αναγράφεται ότι περιλαμβάνονται σε αυτούς και οι περίγυροι ?
Η αναλογία της τιμής πωλήσεως των ζευγαριών, δηλαδή της καλλιεργήσιμης γης, του Επάνω Τράχωνα και του Κάτω Τράχωνα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα.- Τα δύο ζευγάρια γης του Κάτω Τράχωνα, χωρίς λιβάδια, επωλήθησαν για 6.000 γρόσσια.- Αφού λοιπόν τα οκτώ ζευγάρια του Επάνω Τράχωνα επωλήθησαν για 15.000 γρόσσια , τότε το ποσό που αναλογούσε στα λιβάδια βοσκής του Επάνω Τράχωνα είναι ασήμαντο. -Τούτο όμως έρχεται σε αντίφαση με τις υποθέσεις και τα συμπεράσματα από την χρήσεις γης του τσιφλικιού.- Δυο μπορεί να είναι οι πιθανές εξηγήσεις. -α/ ή τα λιβάδια του Επάνω Τράχωνα ήταν μικρά σε έκταση, ή β/ είχαν
ελάχιστη αξία. -Η δεύτερη εξήγηση δεν μπορεί να ευσταθήσει αν δεχθούμε το ενοίκιο απο τις βοσκές σαν σημαντικό έσοδο του τσιφλικιού, και η πρώτη πάλι δεν μπορεί να προχωρήσει αν λάβουμε υπόψη τις μαρτυρίες της 27/7/1831 αλλά και το πρακτικό οροθεσίας του 1824 που φτάνουν τα όρια του τσιφλικιού μέχρι την σημερινή Βούλα .-Τι μένει σαν άλλη πιθανή εξήγηση λοιπόν ? Ο ίδιος ο Α. Λουριώτης μάς παρέδωσε μιά πράγματι εντυπωσιακή διέξοδο όταν στο υπ αριθμ.11353/ 1840 συμβόλαιο του Κοσμά Κοκκίδη αναγράφει σαν σύνορο του κτήματος των Άνω και Κάτω Τραχώνων τον ίδιο τον Μουσταφάμπεη, δηλαδή τον Τούρκο αγά που ήταν κύριος του τσιφλικιού προ της επαναστάσεως. -Σε αυτή την εξήγηση δίνει περαιτέρω στήριξη και η κατάθεση των μαρτύρων της 27/7/1831 αφού τμήμα της αλυκής στα σημερινά σύνορα Βούλας- Γλυφάδας και που ανήκε κατ αυτούς στον Επάνω Τράχωνα του Μουσταφάμπεη δεν είχε πωληθει στον Α. Λουριώτη.- Μιά άλλη εξήγηση θα ήταν να δεχθούμε τα τσιφλίκια Άνω και Κάτω Τραχώνων σαν εκτάσεων καλλιέργειας δημητριακών και μικρών λειβαδίων για βοσκές λίγων αιγοπροβάτων που έβοσκαν οι κολίγοι του κτήματος .- Σε τέτοια περίπτωση θα πρέπει να είναι εντελώς ψευδείς οι μαρτυρίες της 27/7/1831 αλλά και το πρακτικό οροθεσίας του 1824.-
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ-ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι συνθήκες κατοικίας στον Επάνω Τράχωνα και στην Μπερναρή ήταν άθλιες πριν την επανάσταση του 1821.- Βέβαια το 1830 δεν υπήρχαν ούτε αυτά τα άθλια σπιτοκάλυβα . Οι οκτώ-δέκα οικογένειες κολίγων που ζούσαν στον επάνω τράχωνα και στην Μπερναρή προ του 1821 δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα από που προήρχοντο.- Ούτε μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα απο την ύπαρξη κολίγων απο τα Μέθανα στην Πυρναρή το 1836 αφού είναι πιθανό να τους μετέφερε εκεί μετά το 1830 ο Α. Λουριώτης.- Η εργασία τους ήταν η σπορά των χωραφιών και η βόσκηση αιγοπροβάτων σε κλίμακα οικιακής οικονομίας.-. -Θα πρέπει να υπήρχαν στον επάνω Τράχωνα γύρω στα 16- 20 βόδια για ζευγάρι, λίγα μικρά μοσχάρια, γύρω στα 100-150 αιγοπρόβατα, 5-10 αλογοφοράδες, λίγα γουρούνια και καμμιά τριανταριά μελίσια.- Λόγω των δύο ξεχωριστών σημείων κατοίκησης πρεπει να δεχθούμε ότι και τα πιό πάνω διεμοιράζοντο αναλόγως.- Κάποιοι μικροί κήποι για λαχανικά και ισως λίγες ρίζες αμπέλι για οικιακή χρήση.- Κάποια απασχόληση πρέπει να έδινε το μάζεμα του ελαιοκάρπου κατά τον χειμώνα , αν έμενε ελεύθερος χρόνος από την βοσκή των ζώων, απασχόληση βέβαια όχι στους τράχωνες αλλά σε άλλα μέρη της Αττικής .-Ξύλευση πρέπει να γινόταν στα άγρια δένδρα του τσιφλικιού αλλά και στον κοντινό Υμηττό -
Η σχέση κολίγου -γαιοκτήμονα δεν πρέπει να ήταν διαφορετική από την γενική επιτόπια συνήθεια της Αττικής.-2/3 της σοδιάς των δημητριακών στον τούρκο τσιφλικά αγά εφ όσον αυτός προμήθευε τα ζώα και τον αναγκαίο εξοπλισμό για την γεωργική καλλιέργεια και
1/3 στους κολίγους, 1/2 στους κολίγους και 1/2 στον γαιοκτήμονα στην περίπτωση που τα ζώα αλλά και η κατοικία ανήκαν στον κολίγα. -Στην περίπτωση των Τραχώνων μάλλον πρέπει να ίσχυε η πρώτη περίπτωση.-
Οι κολίγοι των Τραχώνων πρέπει να ήταν πολύ φτωχοί.- Κανένας δεν είχε ιδιοκτησία στους τράχωνες. -Ο Συμεών Τρίμης πού είχε ιδιόκτητη μελισσόμανδρα στον Κάτω Τράχωνα σύμφωνα και με την μαρτυρία της 27/7/1831 αλλά και με μετέπειτα δικαστικές αποφάσεις ,δεν ήταν κολίγος στο τσιφλίκι. -Εδώ πρέπει να
σημειωθεί η ιδιαιτερότητα των σχέσεων ιδιοκτησίας στην προεπαναστατική εποχή στην Αττική.- Ο Τρίμης ήταν ιδιοκτήτης κατά πλήρη μάλιστα κυριότητα μελισσόμανδρας σε μιά περιοχή που υπετίθετο ότι ως τσιφλίκι ανήκε σε έναν μόνο κύριο.- Ασφαλώς το επίπεδο ζωής μόλις και θα ήταν αρκετό για την απλή αναπαραγωγή
αυτών των ανθρώπων.-
ΣΥΝΟΡΑ - ΕΚΤΑΣΗ
Οταν αγόρασε τους Τράχωνες ο Κ. Ζωγράφος υπό τις οδηγίες του Α. Λουριώτη τα σύνορα τους προσδιορίζοταν ως εξής.- Των μεν Κάτω Τραχώνων το Μπραχάμι, ο Καρράς/ Ηλιούπολη/ο Πετράκης ,η μονή Πετράκη δηλαδή, και Υμηττός, το Χασάνι.- Των Άνω Τραχώνων οι Κάτω Τράχωνες, ο Πετράκης , το Χασάνι και η θάλασσα.- Η σχετική αοριστία των πιό πάνω συνόρων αποσαφηνίζεται απο τον ίδιο τον Λουριώτη 10 και 16 έτη μετά όταν τοποθετεί τα σύνορα του κτήματος του μεταξύ Μπραχαμίου, Χασανίου, Καρρά και
Θαλάσσης. -Ητοι και τα δύο κτήματα του ομού , με τίτλο κτήσεως τα
χοτζέτια των Τούρκων δεν έφθαναν πέραν του σημερινού Χασανίου,
ήτοι του σημερινού Ελληνικού χωρίς βέβαια να περιέχουν βουνά
εντός αυτών .-Βέβαια τα σύνορα αυτά τα τοποθετεί με βάση τους
τίτλους του, ήτοι τα χοτζέτια των Τούρκων και τις συνακόλουθες
εγκρίσεις 594 και 669 της μετέπειτα Επιτροπής Εξετάσεως των
Οθωμανικών ιδιοκτησιών του έτους 1842. -Η Γλυφάδα όπως είναι
φυσικό παντελώς απουσιάζει απο τους τίτλους του.- Το σημαντικό
και ενδιαφέρον όμως είναι ότι ήδη απο του 1839 ο Λουριώτης
εξεμίσθωνε την βοσκή των Άνω Τραχώνων υπό την ονομασία /Πυρναρή/ σε διάφορους βοσκούς για χειμαδιά, και όμως στα πιό πάνω συμβόλαια σαφώς δεν συμπεριλαμβάνει την Πυρναρή στα όρια του τσιφλικιού του παρ ότι οι μαρτυρίες της 27/7/1831 διαβεβαίωναν
περί του ότι συμπεριλαμβάνετο όλη η περιοχή αυτή εντός του
τσιφλικιού του.- Από την ανάγνωση και εξέταση των χοτζετιών των
Άνω και Κάτω Τραχώνων είναι δυσχερές να προσδιοριστούν τα σύνορα των κτημάτων αυτών .- Η έκταση τους όμως στα χοτζέτια σαφώς προσδιορίζεται ως δέκα ζευγαριών γης ( οκτώ των Άνω Τραχώνων και δύο των Κάτω Τραχώνων/.-Με την υπόθεση ότι το ζευγάρι στους Τράχωνες δεν πρέπει να υπερέβαινε τα 100 στρέμματα, κατ ανώτατο όριο αφού η γή των Τραχώνων δεν ήταν πρώτης ποιότητας, και με την επόμενη υπόθεση ότι η καλλιεργήσιμη γή οργωνόταν με το σύστημα της αγραναπαύσεως , προκύπτει έκταση καλλιεργήσιμης γης για τους μεν Κάτω Τράχωνες 600 στρεμμάτων ,για δε τους Άνω τράχωνες έκταση καλλιεργήσιμης γης 2.500 στρεμμάτων/ αν βέβαια δεν οργώνονταν η γή με το σύστημα της αγραναπαύσεως οι πιό πάνω αριθμοί μειώνονται στο 1/3.-
Από την έκταση των 2.500 στρεμμάτων υπάρχει τεράστια απόσταση μέχρι τον αριθμό των 30.000 περίπου στρεμμάτων πεδινής εκτάσεως που βρέθηκε να καταλαμβάνει το τσιφλίκι των Άνω Τραχώνων ,πλέον βεβαίως και άλλων 15.000 στρεμμάτων ορεινής εκτάσεως στον Υμηττό.- Αν δεχθούμε την έκταση αυτών των λιβαδιών φθάνουμε σε έναν αριθμό 40.000 στρεμμάτων βοσκής. -Μια τέτοια μεγάλη έκταση για την βοσκή ζώων ασφαλώς και θα ήταν σημαντικής περιουσιακής αξίας .- Το τίμημα όμως των 15.000
γροσσίων, μόλις και αρκεί για να καλύψει την αξία της καλλιεργήσιμης εκτάσεως των οκτώ ζευγαριών .- Αλλά και την μαρτυρία του Μακρυγιάννη να δεχθούμε για τιμή πωλήσεως ενός
γροσσίου το στρέμμα και πάλι δεν μπορούμε να φθάσουμε στο ύψος
των πιό πάνω αριθμών .
- Ο Υμηττός περιλαμβάνονταν στα όρια του τσιφλικιού των Άνω Τραχώνων? Σύμφωνα με τα χοτζέτια όχι.-
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της 27/7/1831 ναι. - Σύμφωνα με το
πρακτικό της οροθεσίας του 1824 μάλλον όχι. - Σύμφωνα με τα συμβόλαια του 1840-1846 όχι. Σύμφωνα με τα συμβόλαια μέχρι του 1894 όχι.- Σύμφωνα με τα συμβόλαια μετά το 1894 ναι.- Προφανές ότι το ζήτημα αυτό χρήζει ειδικότερης εξετάσεως.- Οι μάρτυρες περιλαμβάνουν τον Υμηττό στα όρια του τσιφλικιού .- Στην κατάθεση όμως που έδωσαν στην επιτροπή στις 27/7/1831 αναφέρουν σαν βουνά που περιλαμβάνει το κτήμα το Μαυροβούνι και τα κόκκινα βράχια /δηλαδή το μέρος του Υμηττού πάνω από την σημερινή Τερψιθέα Γλυφάδας / χωρίς να αναφέρουν τίποτε για το υπόλοιπο μέρος του Υμηττού πάνω από την υπόλοιπη σημερινή Γλυφάδα
. –Στο εξώφυλλο / ειδικότερη περιγραφή/ όμως που έδωσαν οι ίδιοι
μάρτυρες στην επιτροπή, περιλαμβάνουν και αυτό το μέρος του
Υμηττού. -Η περιγραφή αυτή έγινε απο αυτούς για εξειδίκευση και
λεπτομερή καταγραφή του κτήματος.- Ειναι ομως δυνατόν η
εξειδίκευση του γενικού να το υπερβαίνει? Οι πιό πάνω μαρτυρίες
θα μπορούσαν να στηρίξουν βάσιμα την άποψη για τό ότι το
τζιφλίκι περιελάμβανε και μέρος του Υμηττού πάνω από την
σημερινή Γλυφάδα ή και ολόκληρο το Βουνά αν/ α/οι μαρτυρίες
αυτές ήταν υπεράνω πάσης υποψίας, πράγμα που δεν συνέβαινε αφού και είχαν πληρωθεί από τον ίδιο τον Α. Λουριώτη, β/ δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ εξωφύλλου και καταθέσεως στην επιτροπή, γ/ δεν υπήρχαν τα συμβόλαια του 1840 και 1846 όπου ό ίδιος ο Α.
Λουριώτης δεν αναφέρει τίποτε περί Υμηττού.- Οπως μαθαίνουμε απο το αρχείο Λουριώτη στο ΕΙΕ οι μαρτυρίες αυτές ήταν πληρωμένες
αντί του ποσού των 400 περίπου γροσσίων όπως άλλωστε και οι
μαρτυρίες του κτήματος της Σταμάτας αντί του ποσού των 100
γροσσίων. -Οι μάρτυρες που εξετάστηκαν ήταν ο Γιάννης Καραγιάννης, ο Σταμάτης Τρακάδας και ο Στάμος Τζιμπιδης.- Ο πρώτος ειναι μόνιμος μάρτυς για πάμπολλα κτήματα των Αθηνών το 1831 καθ ότι δεκατιστής κατά την Τουρκοκρατία είχε λόγο και
γνώσεις περί των ορίων των κτημάτων και όπως φαίνεται αυτή του η ιδιότης πολλαπλώς ερμηνεύθη και αξιοποιήθη εκείνη την εποχή και οι άλλοι δύο ήταν κολίγοι του κτήματος στους Τράχωνες.- Από την συσχέτιση όλων των πιό πάνω στοιχείων , αντιφατικών και αντίθετων η γνώμη που πρέπει βάσιμα να υποστηριχθεί είναι ότι ο Υμηττός, όπως άλλωστε και μέρος της σημερινής Γλυφάδας, δεν επωλήθη απο τους κληρονόμους του Μουσταφάμπεη στον Α. Λουριώτη και ότι ο ίδιος ο Λουριώτης, δια του Κ. Ζωγράφου αρχικά, και ο ίδιος μετέπειτα
επεχείρησαν με διάφορους τρόπους , ελιγμούς και υπαναχωρήσεις/
ανάλογα με την περίσταση/ να εμφανίσουν το κτήμα μεγαλύτερο από αυτό που οι ίδιοι αγόρασαν από τους κληρονόμους του Μουσταφάμπεη.-
Αξίζει ακόμη να προστεθεί ότι οι μαρτυρίες της 27/7/1831 ουδέποτε απετέλεσαν αντικείμενο εξετάσεως οποιασδήποτε κρατικής αρχής αφού/ α. -Δεν εστάλησαν απο την τότε Επιτροπή προς την Κυβέρνηση Καποδίστρια αφού της είχε απαγορευτεί να στέλλει
τέτοιου ειδούς κτήματα για να επικυρωθούν οι τίτλοι τους β.- δεν μνημονεύονται ουδόλως στις εγκριτικές αποφάσεις του 1842 με αριθμό 594 και 669 που αφορούν τους Άνω και Κάτω Τράχωνες.- Προσέτι οι Άνω και Κάτω Τράχωνες είναι το τελευταίο τσιφλίκι της
Αττικής που ενεκρίθη ο τίτλος του και ο Λουριώτης δεν δήλωσε τα
δάση που θα έπρεπε να περιέχονται εντός του κτήματος του,
σύμφωνα τουλάχιστον με την οριοθέτηση των μαρτυρικών καταθέσεων, ώστε να αναγνωριστούν σαν ιδιωτικά σύμφωνα με τον νόμο της 29/11/1836 για την αναγνώριση των ιδιωτικών δασών .-
3ο Απόσπασμα από το βιβλίο «Οι πωλήσεις των Οθωμανικών Ιδιοκτησιών της Αττικής. 1830-1831»του Θωμά Δρίκου.
Μάρτης 1993. εκδόσεις Τροχαλία.
0 التعليقات:
إرسال تعليق